ΑΓΡΟΤΙΚΑ ΚΡΗΤΗ

Κρήτη – ελαιόλαδο: Η “ξυλώδης γεύση”, τα “καρκινώματα” και οι κακές πρακτικές

Η φετινή χρονιά για το κρητικό ελαιόλαδο δεν θυμίζει σε τίποτα τις προηγούμενες. Η ανομβρία και η παρατεταμένη ξηρασία έχουν αφήσει βαθύ αποτύπωμα στους ελαιώνες, με πολλούς παραγωγούς να μιλούν ήδη για μια από τις δυσκολότερες περιόχους των τελευταίων δεκαετιών.  

Σε αρκετές περιοχές η μείωση της παραγωγής ξεπερνά το 50%, ενώ ακόμη και το λάδι που παράγεται παρουσιάζει συχνά προβλήματα στη γεύση και στην ποιότητα. Η Ελευθερία Γερμανάκη, γεωπόνος, ειδική γευσιγνώστρια ελαιολάδου και επικεφαλής του Οργανοληπτικού Εργαστηρίου Κρήτης, μίλησε στο Ράδιο Κρήτη και την εκπομπή του Μανόλη Αργυράκη, καταγράφοντας μια εικόνα που προκαλεί ανησυχία.

Όπως εξήγησε, η παρατεταμένη λειψυδρία έχει στρεσάρει τα ελαιόδεντρα στο όριο. Οι ελιές έχουν ζαρώσει και αυτό μεταφέρεται απευθείας στο τελικό προϊόν με αποτέλεσμα το λάδι να εμφανίζει συχνά μια «ξηλώδη» γεύση, ένα οργανοληπτικό ελάττωμα με ιδιαίτερη βαρύτητα, όπως είπε χαρακτηριστικά.

Το πρόβλημα είναι εντονότερο στις ξηρικές ελιές, οι οποίες φέτος έχουν υποστεί σοκ από την έλλειψη υγρασίας. Στο ήδη δύσκολο αυτό περιβάλλον έρχονται να προστεθούν και οι κακές καλλιεργητικές πρακτικές που εξακολουθούν να εφαρμόζονται. Η κ. Γερμανάκη επισήμανε ότι ο καρπός συνήθως παραδίδεται στα ελαιοτριβεία μαζί με πολλά φύλλα, κάτι που επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα του ελαιολάδου. Παράλληλα, μίλησε για φαινόμενα καρκινωμάτων που εμφανίζονται στις ελιές και τα οποία, όπως τόνισε, περνούν στο τελικό προϊόν, δημιουργώντας πρόσθετα προβλήματα στη γεύση και στη σταθερότητα του λαδιού.

Το στρες που δέχονται τα δέντρα μεταφέρεται, όπως είπε, και στα ίδια τα ελαιοτριβεία, αφού οι παρτίδες που φτάνουν για έκθλιψη έχουν μεγάλη ανομοιομορφία και συχνά χαμηλή ποιότητα. Παρόλα αυτά, υπάρχουν και καλές παρτίδες — κάτι που δείχνει ότι η κατάσταση δεν είναι οριζόντια, αλλά εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον παραγωγό και τις πρακτικές που εφαρμόζει.

«Από το ίδιο χωράφι μπορεί να προκύψει εξαιρετικό αλλά και χαμηλότερης ποιότητας λάδι», ανέφερε, δίνοντας έμφαση στη σημασία της σωστής διαχείρισης. Ερωτώμενη για το ποιες περιοχές παρουσιάζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα, ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη που ξεχωρίζει. «Δεν υπάρχουν περιοχές, υπάρχουν παρτίδες», είπε, τονίζοντας ότι η ποιότητα εξαρτάται αποκλειστικά από τον τρόπο καλλιέργειας, τον χρόνο συγκομιδής και τον χειρισμό στο ελαιοτριβείο.

Όσο για το ερώτημα που απασχολεί φέτος πολλούς παραγωγούς —αν πρέπει να περιμένουν μια ενδεχόμενη βροχή ή να προχωρήσουν άμεσα στο μάζεμα— η κ. Γερμανάκη παρέπεμψε στην ανάγκη συμβουλής από γεωπόνο που γνωρίζει τις συγκεκριμένες εκτάσεις, αλλά σημείωσε ότι ιστορικά η μεγάλη καθυστέρηση δεν έχει αποφέρει θετικά αποτελέσματα.

Με λίγα λόγια, πρόκειται για μια χρονιά που δοκιμάζει σοβαρά τον κρητικό ελαιοκομικό κόσμο. Η ποιότητα είναι ασταθής, η παραγωγή μειωμένη, και οι προκλήσεις πολλές. Η ανάγκη εκπαίδευσης και εξειδίκευσης στον κλάδο, όπως τόνισε η Ελευθερία Γερμανάκη, γίνεται πλέον πιο επιτακτική από ποτέ, καθώς η αγορά δεν συγχωρεί παρτίδες με οργανοληπτικά ελαττώματα — ιδίως όταν ο ανταγωνισμός εντός και εκτός Ελλάδας εντείνεται.





ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ