Ένας τύπος, ανοίγει την πόρτα ενός κουρείου, βάζει το κεφάλι του μέσα και ρωτάει: «Περίπου σε πόση ώρα μπορείς να με κουρέψεις;». Ο κουρέας, ρίχνει μια ματιά στην πελατεία του που περιμένει και απαντάει: «Γύρω στις 2 ώρες».
Ο πελάτης φεύγει και λίγες μέρες αργότερα, ξαναχώνει το κεφάλι του στην πόρτα του κουρείου και ρωτάει πάλι: «Περίπου σε πόση ώρα μπορείς να με κουρέψεις;». Ο κουρέας, ρίχνει μια ματιά στο μαγαζί που ήταν γεμάτο από κόσμο και απαντάει: «Γύρω στις 3 ώρες». Ο τύπος φεύγει.
Μία εβδομάδα αργότερα, ξαναχώνει το κεφάλι του στην πόρτα του κουρείου και ρωτάει πάλι: «Περίπου σε πόση ώρα μπορείς να με κουρέψεις;». Ο κουρέας, ρίχνει μια ματιά στην πελατεία του που περιμένει και απαντάει: «Γύρω στη μιάμιση ώρα».
Ο τύπος φεύγει πάλι. Ο κουρέας, τρελαμένος από περιέργεια, γυρίζει στο βοηθό του. «Ρε Βασίλη, άντε ακολούθησε τον αυτόν, να δεις που πάει, να μάθουμε τι ρόλο βαράει».
Μετά από λίγο, ο Βασίλης επιστρέφει στο μαγαζί σκασμένος στα γέλια. «Τι γελάς έτσι ρε Βασίλη; Πού πήγε ο τύπος που ακολούθησες;». Κι ο Βασίλης με δακρυσμένα μάτια από τα γέλια. «Σπίτι σου. Η γυναίκα σου του άνοιξε!».






















