Οι γονείς είχαν πάει ταξίδι και άφησαν το πιτσιρίκι λίγες μέρες στη γιαγιά του. Πέρασαν κάνα δυο μέρες, δεν ήθελε πολύ, κάποια στιγμή που ζορίστηκε ο επτάχρονος, ζήτησε τη μαμά του.
-Θέλω τη μαμά μου… Θέλω τη μαμά μου…
Τον είχαν πάρει τα ζουμιά, η γιαγιά προσπάθησε να τον παρηγορήσει. Ανεπιτυχώς.
-Θέλω τη μαμά μου…
-Έλα βρε παιδάκι μου… Κι εγώ θέλω τη μαμά μου, αλλά δεν κάνω έτσι…
-Ναι γιαγιά, αλλά εσύ είσαι μεγάλη. Σε λίγο θα πας να τη συναντήσεις στον ουρανό.
-Ε; Ξέρεις κάτι που δεν ξέρω παιδάκι μου;























