ΕΛΛΑΔΑ

“Βιτσέντζος Κορνάρος”: Αφιέρωμα στο ιστορικό πλοίο που ξεκινά για το τελευταίο ταξίδι

Υπάρχει ένα βαπόρι στον Πειραιά που δεν είναι σαν τα άλλα. Κουβαλά ένα άρωμα ακριβό, πολύτιμο από χρόνια περασμένα, από τα χρόνια που η Ελληνική μας Ακτοπλοΐα ζούσε και ανέπνεε σε εποχές αθώες, τότε που τα καράβια ήταν λευκά και σπαρμένα στα καταγάλανα νερά του Αιγαίου και των άλλων ελληνικών θαλασσών, θύμιζαν τη σημαία μας, την Ελλάδα. Εκείνα τα χρόνια που έμπαινες στο βαπόρι και σου ερχόταν εκείνη η ξεχωριστή «βαπορίλα» μια μυρουδιά, που δεν μπορεί σε τίποτα να συγκριθεί με τη σημερινή αποστειρωμένη, που θυμίζει νοσοκομείο. Αυτό το πολύτιμο και μοναδικό άρωμα βαπορίλας κουβαλά εδώ και δεκαετίες ο ποιητής της Ακτοπλοΐας μας, ο ποιητής της άγονης.. Καλώς ήρθατε στον ΒΙΤΣΕΝΤΖΟ ΚΟΡΝΑΡΟ!

Αφήστε όλες σας τις αισθήσεις ελεύθερες να αφεθούν στο ταξίδεμα της άγονης των Κυθήρων, των Αντικυθήρων, της Κισσάμου και του Γυθείου και να απολαύσετε αυτή την ξεχωριστή γοητεία που χαρίζει ο ποιητής σε κάθε ταξίδι μαζί του.

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου του 2011, μια όμορφη μέρα με μια θάλασσα απλωμένη σαν καλοστρωμένο σεντόνι, ξεκινήσαμε στις 12:30 το μεσημέρι από το μεγάλο λιμάνι, για ακόμη ένα ταξίδι σε μια γραμμή μοναχική, σε μέρη και λιμάνια όπου δεν συναντάς άλλα βαπόρια. Ο Κορνάρος έχει συνηθίσει στη μοναξιά του, είναι μοναχικό βαπόρι, έτσι ξεκίνησε και στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 όταν μοναχός του κάλυπτε τότε τη γραμμή του Αγίου Νικολάου. Το μοναχικό καράβι όμως είναι αυτό που παίρνει και όλη την αγάπη του κόσμου απάνω του, γιατί δεν έχει αντίζηλο να τη μοιραστεί.

Με Καπετάνιο τον «Άγιο» Καπετάν Δημήτρη Λαδά, Ύπαρχο τον Καπετάν Ιάκωβο Συρίγο και Α’ Μηχανικό το Μαστρό Γιάννη Μελισσινό, βάλαμε πλώρη νοτιοδυτικά για το πρώτο λιμάνι του ταξιδιού μας, τα Κύθηρα.
Στο νου ερχόταν το μουσικό κομμάτι της Ελένης Καραίνδρου, «ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΑ ΚΥΘΗΡΑ» και η ομώνυμη ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, καθώς το γερό σκαρί κατάπινε μίλι το μίλι τα ήρεμα νερά του Σαρωνικού και τραβούσε τη μοναχική του πορεία για την άγονη.

Λίγες ώρες μετά κοντά στο νησάκι Βελοπούλα, το κοπάδι από τα δελφινάκια μας κράτησαν για λίγο συντροφιά μέσα από τα παιχνιδίσματα της αθώας εφηβίας τους, στη γαλανή αγκαλιά του Μυρτώου, εκεί όπου λίγο πιο κάτω δεξιά ο επιβλητικός Καβο-Μαλιάς, το πολυτραγουδισμένο ακρωτήρι, ξεπρόβαλε στο νοτιοανατολικό άκρο της Πελοπονήσσου, με το φημισμένο του φανάρι να φωτίζει εδώ και χρόνια τώρα γενιές και γενιές πλοίων. Μια γραμμή με τάνκερ μπρος και πίσω, χανόταν στους ορίζοντες.

Ο Καπτά-Δημήτρης στη Γέφυρα με το απογευματινό του καφεδάκι και τσιγάρο. Με τον Υποπλοίαρχο Καπτά-Φωστέρη στην απογευματινή βάρδια. Το ονειρικό νησί των Κυθήρων απλωνόταν μπροστά μας, καθώς ο βασιλιάς ο Ήλιος ετοιμαζόταν να βασιλεύσει και να χαθεί πίσω από τα βουνά του νησιού. Πόσο εντυπωσιακός δείχνει μέσα από το φινιστρίνι της Γέφυρας.

Σε λίγα λεπτά φτάνουμε στο Διακόφτι των Κυθήρων. Ο Καπετάνιος μου εξήγησε πως είναι δύσκολο λιμάνι γιατί η άγκυρα δεν μπορεί να «αγκυλώσει» στο βυθό. Μια τεράστια πέτρινη πλάκα είναι απλωμένη στο βυθό του λιμανιού των Κυθήρων.

«Άρρωστη καρδιά δε βρίσκει γιατρειά στη λησμονιά, χάνεται στο αγιάζι μέσα στο βοριά, στα ξένα μακριά.
Κι όλο περιμένει πάλι τη στιγμή να ξαναρθεί, το καράβι στο λιμάνι θα φανεί, θαλασσινό πουλί στα όνειρά μας»

…κι η σκέψη τρέχει στο ΜΥΡΤΙΔΙΩΤΙΣΣΑ, στο ΙΟΝΙΟΝ, στο ΜΗΛΟΣ ΕΞΠΡΕΣ και στα άλλα αξέχαστα βαπόρια’ της γραμμής, μιας γραμμής που είχε ανέκαθεν μια ιδιαίτερη ομορφιά.
Βραδυνή αναχώρηση από το Διακόφτι των Κυθήρων για την Κίσσαμο, στη δυτική Κρήτη, μια μικρή πόλη του νομού Χανίων.
Εκεί φτάσαμε κατά τις 23:30 και μείναμε για διανυκτέρευση. Δίπλα μας δεμένος ένας παλιός μας γνώριμος από το λιμάνι του Πειραιά. Ο ΣΑΡΩΝΙΚΟΣ, η πρώτη παντόφλα κλειστού τύπου στην Ελλάδα, που έκανε τη γραμμή της Αίγινας για πολλά χρόνια. Τώρα έφερε το όνομα ΓΡΑΜΒΟΥΣΑ, είναι βαμμένο μαύρο και άσπρο και κάνει ημερήσιες κρουαζιέρες από την Κίσσαμο. Ο Καπτά Ιάκωβος ο Ύπαρχος θυμήθηκε πολλά, όταν καπετάνευε αυτό το πλοίο πριν από χρόνια στον Αργοσαρωνικό! Όπως και τον ΑΠΟΣΤΟΛΟ Π, άλλη μια ιστορική παντόφλα. Μου διηγήθηκε απίστευτες ιστορίες για εκείνα τα χρόνια και τις δυσκολίες στη μανούβρα.

Η Λίζα, το καραβόσκυλο του Κορνάρου

Βράδυ στο λιμάνι της Κισσάμου, δεμένοι και μόνοι μας. Ερημιά τριγύρω και σιωπή. Κάτι σκυλιά του λιμανιού μαζεύτηκαν στον προβλήτα για να αναγνωρίσουν το πλοίο. Η Λίζα, το καραβόσκυλο του Κορνάρου, κατέβηκε από το πλοίο για λίγη παρέα. Η Λίζα είναι ένα πανέξυπνο καραβόσκυλο που λύνει και δένει  μέσα στον Κορνάρο, αρχόντισσα την έχουν! Το σπιτάκι της είναι παρέα με τα άλλα σκυλόσπιτα, στο πάνω γκαράζ στην πρύμνη.

Πρωϊνή αναχώρηση στις 06:00, πριν την ανατολή, σε ένα σκοτεινό τοπίο. Γραμμή για τα Αντικύθηρα.

Καθώς περνούσε η ώρα και αφήναμε πίσω μας την Κίσσαμο της Κρήτης και το ακρωτήρι Σπάθα, ξεκινούσε να φέγγει. Ήταν η ώρα όπου με ζεστό καφέ κάθησα να χαζεύω τα βελούδινα μωβ, πορτοκαλί και ροζ χρώματα που είχαν βάψει τα νερά, καθώς το λιγοστό φως του ήλιου έλουζε τα πάντα γύρω με μοναδικές αποχρώσεις και γινόταν όλο και πιο δυνατό όσο περνούσε η ώρα και όλα έδειχναν ότι σε λίγα λεπτά θα ξεπρόβαλε και ο πύρινος δίσκος.

Ο Ήλιος φάνηκε ζωηρός και τα πάντα γέμισαν με φως. Τα ήρεμα νερά του κρητικού πελάγους καθρέπτιζαν τις ακτίνες του. Υπέροχες στιγμές. Χρειάζονται μοναχά λίγα δευτερόλεπτα να κοιτάξεις τέτοιες εικόνες, για να νιώσεις ο πιο ευτυχισμένος και πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο.
Ένα μεγάλο γκρουπ με προσκυνητές για τη Μυρτιδιώτισσα γεμίζουν με ζωή τα σαλόνια και τα μπαλκόνια του πλοίου. Θα τους πάρουμε στην επιστροφή το απόγευμα για να τους επιστρέψουμε στην Κίσσαμο.
Τα Αντικύθηρα πλέον φαίνονται καλά μπροστά μας και όλα είναι έτοιμα για να μπούμε στο γραφικό, μικρό και φυσικό λιμάνι.

Η ώρα περίπου 08:05. Με μία αριστερή μανούβρα που έχει ήδη γραφτεί στην ιστορία, ο Καπτά Δημήτρης γυρίζει το πλοίο μέσα στο μικρό λιμάνι σαν να κρατά και να περιστρέφει έναν απλό διαβήτη! Σ’’ αυτές τις στιγμές είναι που χάνουν την αξία τους τα ταχύπλοα και οι ελιγκτικές τους ικανότητες. Αφήνοντας λίγα μέτρα από την πρύμνη μέχρι τα βράχια και από την πλώρη μέχρι τα βράχια, μένεις άφωνος θαυμάζοντας όλη τη μανούβρα από την αρχή μέχρι το τέλος της.

Ο Κορνάρος σφυρίζει ζωηρά και οι λιγοστοί άνθρωποι μαζεύονται στη στενή αποβάθρα, όχι για να ταξιδέψουν ή να περιμένουν δικά τους αγαπημένα πρόσωπα, αλλά για να χαιρετήσουν από κοντά το ‘καράβι τους’ και το πλήρωμά του.

Μα πάνω απo όλα για να απαντήσουν στην πιο ζεστή ‘Καλημέρα’ που θα ακούσουν από τον Καπετάνιο μέσα από το μεγαφωνάκι της πρύμνης. Και θα του απαντήσουν εξίσου την πιο ζεστή τους καλημέρα.

Γιατί ο Καπτά Δημήτρης γι αυτούς δεν είναι απλά ο Καπετάνιος του βαποριού που πιάνει στο νησί τους. Είναι ο άνθρωπός τους, ούτε κάτι περισσότερο ούτε κάτι λιγότερο. Και θα είναι εκεί, στην αποβάθρα, όταν το βραδάκι επιστρέψει το πλοίο από το Γύθειο, για να ακούσουν την ‘Καλησπέρα’ και την ‘Καληνύχτα’ του Καπετάνιου και να του απαντήσουν. Αυτή την ξεχωριστή σχέση δεν την έχω ξαναδεί πουθενά σε τόσα ταξίδια που έχω κάνει. Γι αυτό αυτή η γραμμή έχει μια ιδιαιτερότητα.

Παρατηρώ τους λιγοστούς ανθρώπους που κατεβαίνουν από τον καταπέλτη στο νησί. Και υπάρχουν στην αποβάθρα δυο τρεις αγκαλιές να τους υποδεχτούν. Μία μάνα κατεβαίνει με το κοριτσάκι της. Και το κοριτσάκι τρέχει και γατζώνεται στην ορθάνοιχτη αγκαλιά του πατέρα. Άραγε πόσες μέρες θα χει να το δει. Ακούγονται χαρούμενες φωνές, καλωσορίσματα. Σκηνές θαρρείς και είναι βγαλμένες από ταινία. Κάποιος άλλος έχει έρθει με το αγροτικό του για να παραλάβει πράγματα. Με βιαστικές κινήσεις τρέχει για να προλάβει να τα βγάλει όλα. Αμέσως τον βοηθούν και όλοι οι άλλοι. Όσοι βρίσκονται στην αποβάθρα. Αλληλεγγύη και αλληλοβοήθεια, λέξεις όχι και τόσο οικείες στις αστικές περιοχές που ζούμε.

Μέσα σε δέκα λεπτά ο Κορνάρος λύνει κάβους. Με μία μακρόσυρτη και πάνω απ’ όλα ζεστή ‘Καλημέρα’, τρεις μακρείς και ένα βραχύ συριγμό, ο Καπτά Δημήτρης αποχαιρετά προσωρινά τους ανθρώπους του άγονου μικρού νησιού.

Και μόνο για να ακούσει κανείς αυτή την ‘Καλημέρα’ και να ζήσει από κοντά όλη αυτή την ιεροτελεστία που ουσιαστικά πραγματοποιείται, μέχρι να δέσει και να λύσει το βαπόρι, αξίζει πραγματικά να κάνει οπωσδήποτε αυτό το ταξίδι.

Εν πλω για Κύθηρα. Απ’ ότι κατάλαβα υπάρχει ένα άτυπο ‘έθιμο’, μια χαριτωμένη συνήθεια! Κάθε φορά μετά τα Αντικύθηρα για Κύθηρα το πρωί(συμβαίνει μάλλον μια φορά την εβδομάδα), μαζεύονται Αξιωματικοί και μη (και από Γέφυρα και από Μηχανή) στην καμπίνα του Πλοιάρχου για πρωϊνό καφέ, τσιγάρο και κουβεντούλα. Ήρθε και η Αγγελική, η Αγροτική Ιατρός του πλοίου, οπότε είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε και για ιατρικά θέματα. Η ατμόσφαιρα άκρως οικογενειακή, με τις πλάκες και τα πειράγματα του Καπετάνιου προς στον Ύπαρχο να μην έχουν σταματημό! Κατάλαβα πως είναι ξεχωριστό δίδυμο με τέλεια χημεία. Είναι πολύ σημαντικό για την εύρυθμη λειτουργεία ενός βαποριού να υπάρχουν τόσο καλές φιλικές σχέσεις μεταξύ των μελών του πληρώματος. ’ριστες σχέσεις παρατήρησα και μεταξύ Μηχανής και Γέφυρας. Βασικά όλο το πλοίο είναι μια οικογένεια. Έτσι ένιωσα εγώ στις σχεδόν 44 ώρες που βρέθηκα μαζί τους. Πως ήμουν φιλοξενούμενος μιας πολύ μεγάλης οικογένειας. Οπότε και ο Κορνάρος και το πλήρωμά του δίνουν το αποτέλεσμα ενός ιδιαίτερα αξιολάτρευτου πλοίου.

ΤΟ ΔΙΔΥΜΟ ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ-ΥΠΑΡΧΟΣ του ΚΟΡΝΑΡΟΣ Δημήτρης Λαδάς Πλοίαρχος, Ιάκωβος Συρίγος Ύπαρχος

Στην πρωϊνή μας άφιξη στα Κύθηρα είπα να αλλάξω ‘πόστο’ και έτσι εγκαταστάθηκα στο ρεμέτζο της πρύμνης, για να καταγράψω τις κινήσεις του Υπάρχου, Καπτά Ιάκωβου. Πέμπτη 6 του Οκτώβρη, μια ηλιόλουστη μέρα με τέλεια επίσης θάλασσα.


Αφού λύσαμε από το Διακόφτι των Κυθήρων, βάλαμε πλώρη για τον Λακωνικό κόλπο, για το λιμάνι του Γυθείου. Ήταν η ώρα όπου κατέβηκα σε μια ακόμη ζεστή γωνιά μέσα στον Κορνάρο, σίγουρα την πιο ζεστή, καθώς οι θερμοκρασίες ανέβαιναν πολύ λίγα μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Εκεί ο Α Μηχανικός Μαστρό Γιάννης Μελισσινός με όλη την ομάδα του με υποδέχθηκαν και με φιλοξένησαν για αρκετή ώρα. Ήταν ξεχωριστές οι εμπειρίες και οι εικόνες, αφού ο Β Μηχανικός Μαστρό Μάρκος Μαστραντώνης με ξενάγησε σε όλους τους χώρους που κρύβονται μέσα στην καρίνα του Κορνάρου.

Κατά το μεσημεράκι δέσαμε στην πανέμορφη λακωνική πόλη, το Γύθειο. Μακριά φαινόταν το ναυάγιο «ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ» που είχε προσαράξει στα μέσα της δεκαετίας του 80 στην κοντινή παραλία. Η θάλασσα με τον αέρα όλα αυτά τα χρόνια του χουν φάει όλα τα μέταλλα. Στα χειριστήρια τις εντολές του Καπετάνιου εκτελεί η Ελένη Ρεκούτη, Ανθυποπλοίαρχος, ανερχόμενη Αξιωματικός στο χώρο της Ακτοπλοίας.

ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ – Ταξίδι στην άγονη ! (ΑΦΙΕΡΩΜΑ)

Στη Γέφυρα έφτασαν μερικές εφημερίδες. Τις αγόρασε ο Καπτά Δημήτρης. Μου έκανε εντύπωση τι τις ήθελε τόσες πολλές. Ήταν και πολιτικές και αθλητικές. Ρώτησα την Ελένη και μου είπε πως τις πηγαίνει στους κατοίκους στα Αντικύθηρα, όπου δεν έχουν τη δυνατότητα να έχουν πρόσβαση στις εφημερίδες. Μου έκανε εντύπωση αυτή η κίνηση και ζήτησα να μάθω περισσότερα. Όλο αυτό μου ενίσχυε ακόμη περισσότερο εκείνη την όμορφη και αθώα εικόνα που μου είχε γεννηθεί στο νου, ερχόμενη από τις παλιές δεκαετίες, από τα χρόνια τα καθαρά θαλασσινά. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι ανώτερο από το ότι ο Καπετάνιος φροντίζει για τους κατοίκους ενός απομονωμένου μικρού νησιού, έστω και με αυτή την πολύ μικρή και συμβολική κίνηση. Για αυτούς όμως η ενημέρωση είναι πολύτιμο αγαθό. Οι εφημερίδες συγκεντρώνονται στο μοναδικό καφενείο και από εκεί περνούν οι περίπου 25 κάτοικοι το χειμώνα (αρκετά περισσότεροι το καλοκαίρι) προκειμένου να διαβάσουν ένας-ένας την κάθε εφημερίδα.

Το απόγευμα ακόμη μια υπέροχη, ‘διαβητική’ για να χρησιμοποιήσω και ιατρικό όρο, μανούβρα μέσα στο φυσικό και στενό λιμανάκι των Αντικυθήρων. Μου λέει ο Καπτά Δημήτρης πως έπρεπε να έρθω στο ταξίδι και να έχει 8άρι καιρό για να το ευχαριστηθώ, καθώς μπαίνει το βαπόρι στο λιμάνι. Πάλι με ζωηρές σφυριξιές ο Κορνάρος στα Αντικύθηρα! Έχω την εντύπωση πως απo όλο το ταξίδι κυρίως σε αυτό το λιμάνι ακούω συριγμούς. Με το που δένουμε και ακούγεται το «Νέτα» του Καπτά Ιάκωβου από την πρύμνη, ρίχνει και την περίφημη Καλησπέρα στον κόσμο του νησιού που τρέφει ιδιαίτερη συμπάθεια προς το πρόσωπό του. Φεύγοντας η Καληνύχτα του Καπτά Δημήτρη διαχέει τη ζεστασιά της στο μικρό οικισμό και ο Κορνάρος απομακρύνεται από τη στενή αποβάθρα σφυρίζοντας. Επόμενος σταθμός πλέον η Κίσσαμος στη δυτική Κρήτη.

Στην Κίσσαμο φτάνουμε το βράδυ. Ξεφορτώνουμε, φορτώνουμε και τελική γραμμή για Κύθηρα, Πειραιά. Το ξημέρωμα μας βρίσκει ανοιχτά των ακτών της Γλυφάδας.

Το μεγάλο λιμάνι φώτιζε μπροστά. Πρωϊνός καφές στη Γέφυρα. Άδεια από το traffic και παίρνουμε θέση για να μπούμε στο λιμάνι. Το πρώτο φως της νέας μέρας. Μια νέα μέρα ξεκινά καθώς ένα ξεχωριστό ταξίδι ολοκληρώνεται.

Ο ΒΙΤΣΕΝΤΖΟΣ ΚΟΡΝΑΡΟΣ περνά τα φανάρια και καμαρωτός υψώνει το ανάστημά του ανάμεσα στα μεγαθήρια της Κρήτης. Τι έχει να ζηλέψει; Τα λούσα; Αυτά κάνουν το καράβι; Θα φουντάρει τις άγκυρες και θα ξεκουραστεί για μερικές ώρες πριν ξεκινήσει κατά το βραδάκι μια νέα του αποστολή με προορισμό τη μαγική άγονη. Οι εικόνες που μάζεψα και οι στιγμές που έζησα είναι μοναδικές. Τα χρώματα και τα αρώματα, ανεξίτηλα.

Θέλουμε να ευχαριστήσουμε  τον Πλοίαρχο κ. Δημήτριο Λαδά,
τον Ύπαρχο κ. Ιάκωβο Συρίγο,
Τον Α Μηχανικό κ. Ιωάννη Μελισσινό
Και όλους τους Αξιωματικούς της Γέφυρας, της Μηχανής του Οικονομικού και ξενοδοχειακού team,
Όλο το Πλήρωμα ευχαριστώ που έκανε όσο το δυνατό πιο ευχάριστη την παραμονή μου και με έκανε να νιώσω μέλος μιας μεγάλης οικογένειας.

Ευχόμαστε σε όλους Καλές και Ήρεμες θάλασσες με τον αγαπημένο μας Ποιητή των ελληνικών θαλασσών, τον ΒΙΤΣΕΝΤΖΟ ΚΟΡΝΑΡΟ!

 

Εννιά χρόνια μετά από το παραπάνω αφιέρωμα, ήρθε η ώρα του Ε/Γ-Ο/Γ Βιτσέντζος Κορνάρος να μας αποχαιρετήσει, καθώς σε λίγες ημέρες θα ταξιδέψει για τελευταία φορά, με προορισμό τα διαλυτήρια Aliaga στα μικρασιατικά παράλια.

Για την πραγματοποίηση του αφιερώματος από το arxipelagos.com, συμμετείχαν:

  • Κάμερα: Σίμος Μιχάλογλου
  • Μοντάζ – επιμέλεια βίντεο: Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος
  • Φωτογραφίες: Σίμος Μιχάλογλου



ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ