ΑΓΡΟΤΙΚΑ

Μπορούμε να προβλέψουμε – προγραμματίσουμε την απόδοση σε καρπό του ελαιόδενδρου;

Το ελαιόδενδρο επηρεαζόμενο από πολλούς και διάφορους παράγοντες ακολουθεί τις δικές του ετήσιες αποδόσεις σε ελαιόκαρπο και ελαιόλαδο, γεγονός που επηρεάαζει καθοριστικά το εισόδημα του παραγωγού. Μια λεπτομερής επισκόπηση των κυριότερων κλιματικών παραγόντων πίεσης και των συνεχιζόμενων επιπτώσεών τους στη μεταβλητότητα της απόδοσης της ελιάς σε ευρεία χωροχρονική κλίμακα πραγματοποιήθηκε στην Ιταλία η οποία θα μπορούσε να βελτιώσει την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι διαχρονικές αποδόσεις της ελιάς διαμορφώνονται από το εποχιακό τοπικό κλίμα και θα ενίσχυε την ανάπτυξη των υπηρεσιών που θα μπορούσαν να αναλάβουν δράση για την προειδοποίηση πιθανών κλιματικών κινδύνων.

Οι αλλαγές στην καταλληλότητα της γης μπορεί να μεταβάλλουν τη σταθερότητα της απόδοσης, αλλά είναι μια αργή διαδικασία ενώ οι εποχικοί παράγοντες πίεσης του κλίματος δύναται να έχουν ταχεία και σημαντική επίδραση στις αποδόσεις και στο κόστος της καταπολέμησης των εχθρών (εντομολογικών) και ασθενειών. Κλιματικός στρεσογόνος παράγοντας ορίζεται ο παράγοντας που επηρεάζει βιοτικούς ή/και αβιοτικούς παράγοντες οι οποίοι διαμορφώνουν την ανάπτυξη και την εξέλιξη της ελιάς και των εχθρών και ασθενειών της, με αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης. Μεταξύ των σημαντικότερων κλιματικών παραγόντων που θεωρείται ότι επηρεάζουν την απόδοση της ελιάς είναι τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι ζεστές και ψυχρές περιόδους, οι παρατεταμένες περίοδοι ξηρασίας, και οι μετεωρολογικές συνθήκες οι οποίες ενισχύουν τους εχθρούς και τις ασθένειες των καλλιεργειών και μειώνουν άμεσα τις αποδόσεις ενώ ταυτοχρόνως αυξάνουν το κόστος καταπολέμησης. Η καταπολέμηση των εχθρών και ασθενειών καθώς και η άρδευση αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους στον ελαιοπαραγωγικό τομέα.

Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι η κλιματική αλλαγή θα επιδεινώσει τις επιπτώσεις των κλιματικών στρεσογόνων παραγόντων στην ελαιοπαραγωγή, θα απειλήσει τη μελλοντική σταθερότητα της ελαιοπαραγωγής και θα μεταβάλει τις τροφικές αλληλεπιδράσεις της ελιάς και του σημαντικότερου εντομολογικού εχθρού της, το δάκο της ελιάς (Bactrocera oleae) καθώς και των ασθενειών (π.χ. Xylella fastidiosa).

Παροχή ενός συστήματος πρόβλεψης στους παραγωγούς για την εκ των προτέρων γνώση του μεγέθους της συγκομιδής ελιάς, θα τους επιτρέψει τον επανασχεδιασμό των καλλιεργητικών πρακτικών που θα υιοθετήσουν.

Για την απόδοση της ελιάς οι Di Paola et.al. (2023) ανάλυσαν δεδομένα από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ιταλίας (ISTAT) σε επαρχιακό επίπεδο κατά την περίοδο 2006-2020, καθώς και για τις διάφορες κλιματικές μεταβλητές από την Reanalysis v5 (ERA5) του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μεσοπρόθεσμων Μετεωρολογικών Προβλέψεων (ECMWF) ως βάση για τη διερεύνηση των τάσεων και των διαχρονικών διακυμάνσεων της απόδοσης της ελιάς σε ολόκληρη τη χώρα, τον προσδιορισμό των κυριότερων εποχικών κλιματικών στρεσογόνων παραγόντων που πιθανώς ευθύνονται για τις μεγαλύτερες διακυμάνσεις της απόδοσης και για την ανάπτυξη ενός σύνθετου δείκτη που θα συνοψίζει τον κίνδυνο των εξαιρετικά χαμηλών αποδόσεων εξαιτίας της συνύπαρξης πολλαπλών στρεσογόνων παραγόντων. Ορίστηκαν δύο ακραίες κατηγορίες αποδόσεων, οι εξαιρετικά χαμηλές και υψηλές αποδόσεις (LY και HY, αντίστοιχα) και διερευνήθηκαν οι κλιματικές μεταβλητές οι οποίες αθροίζονται σε διμηνιαία χρονική κλίμακα και επηρεάζουν τα αποτελέσματα των αποδόσεων.

Χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα χρήσης γης υψηλής ανάλυσης (έως 300 μέτρα) καθώς και 23 κλιματικές μεταβλητές οι οποίες επέτρεπαν την ανάπτυξη δείκτη πρόβλεψης με μεγάλη ακρίβεια συγκριτικά με τις μεταβλητές που θα λαμβάνονταν μεμονωμένα.

Διερευνήθηκαν οι επιδράσεις μεμονωμένων και αλληλεπιδρώντων εποχιακών μεταβλητών που σχετίζονται με τις κλιματικές συνθήκες, όπως αυτές επηρέασαν την εμφάνιση εξαιρετικά χαμηλών αποδόσεων σε ευρεία χωροχρονική κλίμακα στην Ιταλία κατά την περίοδο 2006-2020. Η προσέγγιση του σύνθετου δείκτη κινδύνου  είναι πολλά υποσχόμενη όσον αφορά την προβλεψιμότητα και την ερμηνευσιμότητα, καθώς οι συνιστώσες που προκύπτουν μπορούν να προσδιοριστούν και να ερμηνευτούν από οικολογική άποψη (π.χ. το κρύο φθινόπωρο μετά από ένα θερμό χειμώνα θα μπορούσε να ευνοήσει την έξαρση της μύγας της ελιάς). Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των Di Paola et.al. (2023), εκτός από τη θερινή ξηρασία, η κύρια αιτία της μείωσης της απόδοσης και της ποιότητας της ελιάς οφείλεται στα δροσερά, υγρά καλοκαίρια, επειδή ευνοείται η αύξηση του πληθυσμού του δάκου, κυρίως των θηλυκών ενήλικων ατόμων που αποτελούν το ζημιογόνο παράγοντα. Επιπλέον, και οι ηπιότερες θερμοκρασίες του χειμώνα μειώνουν το ποσοστό θνησιμότητας των νυμφών του δάκου, με αποτέλεσμα την αύξηση του κινδύνου προσβολών την επόμενη καλλιεργητική περίοδο.

Εικόνα 1. (a) IQR 23 επιλεγμένων μεταβλητών υπό HY και LY. Η πορτοκαλί περιοχή που οριοθετείται από τις πορτοκαλί γραμμές είναι το IQR υπό HY και η μπλε περιοχή που οριοθετείται από τις μπλε γραμμές είναι το IQR υπό LY- (b) Boxplots των τριών πρώτων καταταγμένων μεταβλητών που δείχνουν σημαντική διαφορά υπό HY (πορτοκαλί boxplots) και LY (μπλε boxplots). Τα γκρίζα box plots δείχνουν την κατανομή ολόκληρης της μεταβλητής (δηλαδή, συμπεριλαμβανομένων των μη εξαιρετικών αποδόσεων).

 

Εικόνα 2. Χάρτες του C που υπολογίζονται για τα έτη εστίασης. Στα ετήσια υποδιαγράμματα, τα HY και LY υποδεικνύονται με πορτοκαλί και μπλε κουκκίδες, αντίστοιχα. Οι γκρίζες επαρχίες παραλείφθηκαν λόγω ελλιπών δεδομένων χρονοσειρών αποδόσεων.

Η χρήση των προτεινόμενων σύνθετων δεικτών ως πρόσθετων εργαλείων σε ένα σύστημα υποστήριξης αποφάσεων θα μπορούσε να παρέχει στους ενδιαφερόμενους φορείς και τους παραγωγούς έγκαιρες προειδοποιήσεις για πιθανούς κλιματικούς κινδύνους για την απόδοση. Η επιτόπια επαλήθευση των επιτόπιων παρατηρήσεων τόσο στα φαινολογικά στάδια ανάπτυξης της ελιάς όσο και στη δυναμική του δάκου της ελιάς θα μπορούσε να παράσχει περαιτέρω τεκμηριωμένες εξηγήσεις και να βελτιώσει τις δυνατότητες πρόβλεψης. Επιπλέον, η προσέγγιση θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τη διερεύνηση των επιδράσεων των στρεσογόνων παραγόντων και σε άλλα συστήματα καλλιέργειας.

Η μελέτη υποστηρίχθηκε από δύο επιστημονικά καθοδηγούμενα έργα ENEA εθνικής και διεθνούς σημασίας, το Tebaka και το MED-GOLD, τα οποία αποσκοπούν στη στήριξη των αγροδιατροφικών συστημάτων ελιάς, αμπέλου και σιταριού, που αποτελούν μέρος της παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO.

Πηγές



ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ