Οι θερινές εκπτώσεις, που ολοκληρώθηκαν το περασμένο Σάββατο 30 Αυγούστου, αφήνουν πίσω τους έναν απολογισμό που αποτυπώνει τις προκλήσεις, αλλά και τις αντοχές της αγοράς στην Κρήτη. Όπως διαπιστώνεται από τις πρώτες αποτιμήσεις, οι έμποροι, αν και είδαν κίνηση στα καταστήματά τους, δεν μπόρεσαν να κεφαλαιοποιήσουν την επισκεψιμότητα σε τζίρο, με αποτέλεσμα να μιλούν για μια «μέτρια» σεζόν.
Επιπλέον, ο τουρισμός, που παραδοσιακά δίνει ώθηση στο λιανεμπόριο, φέτος δε μεταφράστηκε σε αντίστοιχα οικονομικά οφέλη. Παράλληλα, οι πιέσεις από τον πληθωρισμό, την ενέργεια και τον αθέμιτο ανταγωνισμό των ηλεκτρονικών καταστημάτων επηρέασαν σημαντικά την κατανάλωση, ενώ η εικόνα που παρουσιάζεται από τους εμπορικούς συλλόγους των μεγάλων πόλεων της Κρήτης και τον περιφερειακό σύλλογο δίνει ένα πανοραμικό στιγμιότυπο μιας αγοράς που προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στις προσδοκίες και στην πραγματικότητα.
Η κ. Δώρα Κυριακάκη, πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Χανίων, σκιαγράφησε μια εικόνα που συνδυάζει την τουριστική κινητικότητα αλλά περιορισμένες αγορές, σημειώνοντας πως «γενικά οι εκπτώσεις σαν εκπτώσεις ήταν σε μέτρια επίπεδα όσον αφορά στον παλμό και από την Ομοσπονδία. Κόσμος υπήρχε στο νησί πολύς. Αυτοί που ήθελαν να ψωνίσουν, ψώνισαν. Σίγουρα έκαναν αγορές».
Σύμφωνα με την ίδια, τα Χανιά είχαν τουριστική κίνηση, ιδιαίτερα τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, ωστόσο η κατανάλωση δεν ήταν αντίστοιχη.
«Ακόμα δεν έχουμε αποτυπώσει το μέτρο σύγκρισης, αλλά ήταν σε μέτρια επίπεδα η κίνηση. Εν συγκρίσει με πέρυσι, υπήρχε μια μέτρια κατάσταση, όχι αρκετά ικανοποιητική», τόνισε η κ. Κυριακάκη.
Οι καταναλωτές, όπως εξήγησε, έστρεψαν το ενδιαφέρον τους κυρίως σε είδη ένδυσης, δώρα και καλλυντικά, με ιδιαίτερη προσοχή στις παιδικές αγορές ενόψει της σχολικής χρονιάς. «Γενικά ο κόσμος κοιτάζει πολύ την τιμή. Ο μέσος όρος είναι χαμηλός… Πρώτα, φυσικά, θα κοιτάξεις να καλύψεις τις πρώτες ανάγκες και έπειτα τις επεκτάσεις».
Η κ. Κυριακάκη αναφέρθηκε και στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μικρές επιχειρήσεις, τονίζοντας πως «οι μικρές επιχειρήσεις, οι αυτοαπασχολούμενες, ακούμε κι εμείς ότι έχουν πολλές δυσκολίες και τις βιώνουμε. Οι υποχρεώσεις είναι τεράστιες… υπάρχει αίσθηση από τον παλμό, όπου παραινούμε ότι υπάρχουν μεγάλες δυσκολίες ώστε να καλυφθούν οι υποχρεώσεις».
Ρέθυμνο: Η αξία του χρήματος μειώθηκε
Αντίστοιχη εικόνα με μικρές διαφοροποιήσεις παρουσιάζει και η αγορά του Ρεθύμνου. Η πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου, κ. Αθηνά Τσικιντίκου, σημειώνει ότι η αγορά κινήθηκε στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, με τη διαφορά όμως ότι η αγοραστική δύναμη των πολιτών έχει συρρικνωθεί.
Όπως αναλύει, «η περίοδος των φετινών εκπτώσεων πήγε, θεωρώ, στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, απλά στην όλη αυτή διαδρομή διαπιστώνεται ότι η αξία των χρημάτων του σήμερα με ένα χρόνο πριν είναι αρκετά προς τα κάτω», επεξηγώντας ταυτόχρονα πως «τα ίδια χρήματα δαπανήθηκαν, απλά η αξία τους ήταν χαμηλότερη… Δαπανάς περισσότερα χρήματα από τον μισθό σου στα είδη πρώτης ανάγκης, αυτά που σου μένουν είναι λιγότερα, άρα γίνεσαι και περισσότερο επιλεκτικός».
Η πρόθεση για αγορές υπήρχε, όμως η αυτοσυγκράτηση κυριάρχησε.
«Ο κόσμος μπήκε στα μαγαζιά, για κάποιο γεγονός που έπρεπε να παραστεί… Από εκεί και πέρα όμως τα καταστήματα μπορώ να πω ότι λίγο ψιλοζορίστηκαν», ενώ όπως διαφάνηκε, τα προϊόντα που είχαν τη “μερίδα του λέοντος” ήταν οι υπηρεσίες και τα είδη ομορφιάς, ενώ ακολούθησαν ένδυση, υπόδηση και αξεσουάρ.
Ως εκ τούτου, και προκειμένου να αποτυπωθεί ολιστικά η εικόνα της φετινής εκπτωτικής περιόδου, η κ. Τσικιντίκου αναφέρθηκε και στις προκλήσεις του διεθνούς περιβάλλοντος, τονίζοντας ότι οι εισαγωγές προϊόντων και η μαζικότητα στο εμπόριο δημιουργούν έναν αθέμιτο ανταγωνισμό.
Παρά την κινητικότητα, ο τζίρος δεν ήταν αυτός που θα περίμενε ο εμπορικός κόσμος, ενώ ο πληθωρισμός, οι αυξήσεις στα βασικά είδη και την ενέργεια, οι πιέσεις από το ηλεκτρονικό εμπόριο και η μεταβολή στη σύνθεση του τουρισμού διαμορφώνουν ένα περιβάλλον δύσκολο για το λιανεμπόριο
«Το να κυκλοφορείς στον δρόμο και να βλέπεις όμοια καταστήματα, όμοια εμπορεύματα και έναν πόλεμο τιμών, αυτό δεν είναι βοηθητικό ούτε για τον επιχειρηματία, ούτε για τον καταναλωτή», τόνισε.
Η ίδια μάλιστα επιχειρεί να προχωρήσει το ζήτημα σε ένα βαθύτερο επίπεδο, τονίζοντας πως με το σταυροδρόμι που διανύει η εμπορική αγορά εισέρχεται σε μια εξαιρετικά κρίσιμη επιλογή για το μέλλον και την ανταγωνιστικότητά της.
Όπως σημειώνει, «το αξιοσημείωτο και αυτό που θα ήθελα εγώ να αναφέρω είναι ότι από τη στιγμή που έχουμε αποφασίσει ως τοπική κοινωνία, ως brand θα πρέπει να βάλουμε αυτό που παράγουμε, για ποιο λόγο να έχουμε τόσες πολλές εισαγωγές από τα κύρια hubs της μαζικότητας;», ενώ όπως προσθέτει, «νομίζω ότι έχουμε μπει πλέον στο σταυροδρόμι να δούμε πώς ακριβώς θα προχωρήσει η αγορά, τι ανταγωνισμό χρειαζόμαστε και τι ανταγωνισμό μπορούμε να παλέψουμε. Είναι ένα πολύ μεγάλο εγχείρημα η αλλαγή τακτικής».
Ηράκλειο: Κίνηση χωρίς αντίκρισμα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις
Στο Ηράκλειο, η εικόνα είναι πιο ανησυχητική, όπως την περιέγραψε ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου, Μενέλαος Σκουλούδης.
«Στην αγορά, ενώ υπήρχε κινητικότητα, ενδιαφέρον από τους καταναλωτές, το οικονομικό αποτύπωμα δεν είναι αυτό που περίμενε ο εμπορικός κόσμος. Αυτή τη στιγμή, οι 6 στους 10 με αυξημένη επισκεψιμότητα έχουν μειωμένα ποσοστά».
Όπως ο ίδιος τονίζει, η βασική αιτία είναι η έλλειψη ρευστότητας.
«Το οικονομικό αποτύπωμα δεν αντιστοιχεί στην κινητικότητα που είχε η αγορά… υπάρχει μια στενότητα στη ρευστότητα της αγοράς».
Επιπλέον, ο κ. Σκουλούδης στάθηκε ιδιαίτερα στο ζήτημα των λειτουργικών εξόδων και του ανταγωνισμού από τα ηλεκτρονικά καταστήματα, ειδικά από την Ασία, σημειώνοντας: «Εμείς έχουμε ένα μεγάλο αθέμιτο ανταγωνισμό, ο οποίος έχει να κάνει με τα eshop, τα κινέζικα κ.λπ… Όταν ο άλλος έχει μεγάλη ανέχεια, σου λέει ας πάρω και δεύτερης ή τρίτης ποιότητας».
Παράλληλα, επεσήμανε τα ζητήματα φορολογίας και ενέργειας, ασκώντας κριτική στην κυβέρνηση και αναφέροντας ότι «έχουμε την πιο αυξημένη φορολογία στην Ευρώπη… Βλέπουμε τιμολόγια ενέργειας σε γειτονικές χώρες και κοντεύουμε να πάμε σε διπλάσια κόστη εμείς… Μετά από ένα χρόνο καθυστέρηση, δεν πρέπει να δει τον ΦΠΑ; Να κόψει τον ΦΠΑ στα νησιά; Στα είδη πρώτης ανάγκης;».
Επ’ αυτών, ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Ηρακλείου κάλεσε την κοινωνία να στηρίξει τα τοπικά καταστήματα, σημειώνοντας πως «κάθε κατάστημα που κλείνει χρεωκοπεί μια οικογένεια από πίσω».
Η ανάγκη για στρατηγική – Ο ρόλος του Περιφερειακού Συλλόγου
Ο πρόεδρος του περιφερειακού Συλλόγου Εμπορίου Κρήτης, Μανόλης Κουμαντάκης, παρουσίασε μια πιο σφαιρική εικόνα, μιλώντας για μια πτώση της τάξης του 10% σε σχέση με πέρυσι, επισημαίνοντας ωστόσο ότι «η αλήθεια είναι πως σε δέκα περίπου ημέρες θα έχουμε ένα πιο συγκροτημένο και ακριβές αποτέλεσμα ως προς τη λειτουργία της αγοράς».
Όπως ο ίδιος αποκαλύπτει, οι πρώτες αποτιμήσεις δείχνουν ότι «το λιανικό εμπόριο σε όλη την Κρήτη είναι σε μια κατάσταση που μέχρι στιγμής – χωρίς να μπορώ να σου πω μεσοσταθμικά με την περσινή σεζόν, από τις εκτιμήσεις που έχουμε – παρουσιάζει μια πτώση μέσης τάξεως 10% από την περσινή σεζόν».
Ο ίδιος, μάλιστα, εντοπίζει τρεις βασικούς παράγοντες πίεσης: τον πληθωρισμό, το ηλεκτρονικό εμπόριο και την αλλαγή στη φύση του τουρισμού.
«Όσον αφορά στο ηλεκτρονικό εμπόριο, επιχειρήσεις σε όλη την Κρήτη έχουν χρησιμοποιήσει αυτή τη μέθοδο, αλλά αυτό που έχει κάνει τη μεγάλη ζημιά είναι ότι τρίτες χώρες, με αγορές όπως την Κίνα, έχουν διεισδύσει μέσα από το ηλεκτρονικό εμπόριο και απορροφούν ένα σημαντικό κομμάτι της κατανάλωσης».
Σχετικά με τον τουρισμό, έκανε λόγο για «ποσότητα και όχι ποιότητα», καθώς, όπως είπε, χάθηκαν οι Ρώσοι τουρίστες που κατανάλωναν περισσότερο, ενώ οι Ευρωπαίοι που επισκέπτονται την Κρήτη έχουν περιορισμένη ρευστότητα.
Οι καταναλωτές έστρεψαν το ενδιαφέρον τους κυρίως σε είδη ένδυσης, δώρα και καλλυντικά
Όπως σημείωσε ο κ. Κουμαντάκης, «χάσαμε τουρίστες που κατανάλωναν προϊόντα και άφηναν χρήματα στις αγορές, όπως ήταν οι Ρώσοι, οι οποίοι χάθηκαν από την αγορά αυτή, δυστυχώς, λόγω των πολιτικών που έχουμε εφαρμόσει στον γεωπολιτικό αυτό πόλεμο. Αυτά έχουν επηρεάσει σαφέστατα κι εμάς. Αυτοί που έρχονται πλέον, έρχονται από χώρες της Ευρώπης που κι αυτές έχουν προβλήματα ρευστότητας των κοινωνιών τους και δεν έχουν τη δυνατότητα να προσδώσουν παραπάνω στο οικονομικό κύκλωμα».
Επ’ αυτού, διαπιστώνεται η άμεση σύμπλευση των παραπάνω παραγόντων στη διαμορφωτική οικονομική δυναμική του εμπορίου, όπου οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν επηρεαστεί, με τον κ. Κουμαντάκη να αναφέρει πως το λιανικό εμπόριο στην Κρήτη «τα τελευταία τέσσερα χρόνια είναι σε μια διαρκή πίεση, ένα διαρκές καθεστώς μειωτικής κατάστασης. Μειώνονται οι τζίροι και αυτό έχει πολλές συνέπειες στις ντόπιες οικονομίες, στο εργασιακό κομμάτι και σε πολλά άλλα θέματα».
Τέλος, ο κ. Κουμαντάκης υπογράμμισε για μια ακόμη φορά την ανάγκη στήριξης των τοπικών επιχειρήσεων. «Όταν στηρίζεις τις ντόπιες επιχειρήσεις, στηρίζεις την ντόπια οικονομία», τόνισε.
“Γεύση” συγκρατημένης απογοήτευσης το συμπέρασμα
Τα παραπάνω δεδομένα οδηγούν στην έμμεση αλλά σαφή διαπίστωση πως ο απολογισμός των φετινών θερινών εκπτώσεων στην Κρήτη αφήνει μια “γεύση” συγκρατημένης απογοήτευσης.
Παρά την κινητικότητα, ο τζίρος δεν ήταν αυτός που θα περίμενε ο εμπορικός κόσμος, ενώ ο πληθωρισμός, οι αυξήσεις στα βασικά είδη και την ενέργεια, οι πιέσεις από το ηλεκτρονικό εμπόριο και η μεταβολή στη σύνθεση του τουρισμού διαμορφώνουν ένα περιβάλλον δύσκολο για το λιανεμπόριο.
Οι φωνές των προέδρων των εμπορικών συλλόγων είναι σαφείς: Χρειάζεται στρατηγική, στήριξη από την Πολιτεία και κυρίως η ενεργή συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Γιατί, όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Σκουλούδης, «κάθε κατάστημα που κλείνει, χρεωκοπεί μια οικογένεια από πίσω».






















