Η 54χρονη Βρετανίδα Τζιν Χάνλον, που ζούσε μόνιμα στις Γούβες Ηρακλείου, βρέθηκε νεκρή στη θάλασσα τον Μάρτιο του 2009. Αρχικά, ο θάνατός της αποδόθηκε σε πνιγμό και στη συνέχεια σε πιθανή εγκληματική ενέργεια. Ότι κάποιος τοποθέτησε το σώμα της στη θάλασσα μετά το θάνατό της.
Η υπόθεση ανασύρθηκε από το αρχείο για τέταρτη φορά.
Η νέα διερεύνηση από τις Αρχές οδήγησε τελικά στην παραπομπή σε δίκη, συγκεκριμένου προσώπου. Ενός Κρητικού από τις Γούβες Ηρακλείου με τον οποίο η Τζιν διατηρούσε σχέση.
Το βούλευμα του Συμβούλιου Πλημμελειοδικών Ηρακλείου που καθαρογράφηκε και εκδόθηκε στις 25 Οκτωβρίου τον παραπέμπει σε δίκη για ανθρωποκτονία με πρόθεση, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Ανατολικής Κρήτης.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της παραπομπής, ο κατηγορούμενος, ενεργώντας με ανθρωποκτόνο πρόθεση, προκάλεσε τον θάνατο της Τζιν Χάνλον πιθανότατα ωθώντας τη προς το έδαφος, προκαλώντας κακώσεις του αυχένα και διατομή του εγκεφαλικού στελέχους.
Στη συνέχεια, σύμφωνα με τα στοιχεία, τοποθέτησε το σώμα της στη θάλασσα.
Τι είδαν οι δικαστές
Ο κατηγορούμενος:
Ενήργησε με ανθρωποκτόνο πρόθεση
Την ώθησε προς το έδαφος
Προκάλεσε, κακώσεις του αυχένα, διατομή εγκεφαλικού στελέχους.
Τοποθέτησε το σώμα της στη θάλασσα.
Το Συμβούλιο διατηρεί τα περιοριστικά μέτρα που είχαν επιβληθεί στον φερόμενο ως δράστη. Απαγόρευση εξόδου από τη χώρα και υποχρεωτική εμφάνιση κάθε 15 ημέρες στο Αστυνομικό Τμήμα Χερσονήσου.
Έπειτα από δεκαέξι χρόνια, η υπόθεση που ανέδειξε το «Φως στο Τούνελ» και που συγκίνησε κοινό και Αρχές, φτάνει στο κατώφλι της Δικαιοσύνης.
«Μίλησε» το ημερολόγιο της Τζιν Χάνλον
24 Ιανουαρίου 2009
«Ένας τύπος που λεγόταν Νίκος ήταν μέσα στο μπαρ. Ήταν αρκετά διασκεδαστικός, είχε ενδιαφέρον να του μιλάς.»
Ήταν η αρχή μιας γνωριμίας που έμελλε να γίνει μοιραία. Την επόμενη μέρα, εκείνος της τηλεφώνησε. Της ζήτησε να βγουν για καφέ.
Γράφει στο ημερολόγιο της.
24 Ιανουαρίου 2009
«Φαίνεται ωραίος τύπος, αλλά δε θα πέσω με τα μούτρα αυτή τη φορά»
Η σχέση τους κράτησε λίγο, μερικές συναντήσεις, κάποια τηλεφωνήματα. Μα η Τζιν ένιωθε πως κάτι δεν πάει καλά.
17 Φεβρουαρίου 2009
«Δεν είμαι καθόλου εντυπωσιασμένη από αυτόν. Πρόκειται να το τελειώσω αυτό. Δεν αξίζει την ταλαιπωρία.»
Ήταν αποφασισμένη να διακόψει κάθε επαφή ή τουλάχιστον έτσι πίστευε η ίδια. Στις 18 Φεβρουαρίου συναντιούνται για αυτό το λόγο.
18 Φεβρουαρίου 2009
«Του μίλησα ξεκάθαρα. Δεν μου άρεσε αυτό που μου απάντησε και δεν του άρεσε ο τρόπος σκέψης μου. Ο Νίκος έφυγε»
Ο Νίκος συνέχισε να την αναζητεί. Χτυπούσε το κουδούνι της απροειδοποίητα, της πήγαινε καφέ, ψάρια, κρασί.
Η Τζιν έγραφε στο ημερολόγιό της πως δεν ένιωθε άνετα… πως κάτι την ενοχλούσε.
8 Μαρτίου 2009
«Ο Νίκος με προσκάλεσε την Κυριακή για δείπνο. Του είπα ότι δεν μου φαινόταν καλή ιδέα».
9 Μαρτίου 2009: Η τελευταία μέρα της ζωής της. Η Τζιν ξύπνησε όπως κάθε μέρα. Πήγε σε μαγαζί φίλης της για να ψωνίσει ρούχα.
Ύστερα σε καφετέρια για καφέ. Όλα έδειχναν φυσιολογικά, μέχρι που κάτι την αναστάτωσε.
Η φίλη της κατέθεσε στις Αρχές:
«Κοίταζε έξω νευρικά. Η Τζιν, όταν ετοιμάστηκε να φύγει από την καφετέρια, άλλαξε γνώμη, γιατί ενοχλήθηκε από την παρουσία ενός ατόμου που κυκλοφορούσε με αυτοκίνητο έξω από το κατάστημα».
Το απόγευμα η Τζιν βρέθηκε σε ένα καφέ στο Ηράκλειο.
Σήκωσε το τηλέφωνο και κάλεσε τον φίλο της, τον Πιερ. Του είπε ότι ήταν με έναν Έλληνα από τις Γούβες. Του μίλησε κι εκείνος στο τηλέφωνο.
«Τον άντρα δεν τον γνώριζα. Μου είπε ότι του άρεσε πολύ η φίλη μου και πως ήθελε να την παντρευτεί».
Λίγο αργότερα, η Τζιν έστειλε γραπτά μηνύματα στον Πιερ:
«Χρειάζομαι γιατρό»
Και μετά… μια λέξη μόνο:
«Help».
Ήταν η τελευταία φορά που επικοινώνησε με κάποιον. Τρεις μέρες μετά, το σώμα της εντοπίστηκε στη θάλασσα του Ηρακλείου.
Αρχικά, ο θάνατός της αποδόθηκε σε πνιγμό. Όμως η ιατροδικαστική επανεκτίμηση έδειξε κάτι διαφορετικό. Η Τζιν είχε τραυματισμούς που είχαν προκληθεί πριν βρεθεί στο νερό.
Χρόνια αργότερα, όταν η υπόθεση κινδύνευε να ξεχαστεί, ήταν η εκπομπή της Αγγελικής Νικολούλη που ανέδειξε ξανά την ιστορία της μετά από παράκληση του γιου της.
Η έρευνα ξεκίνησε και έφερε στο φως νέα στοιχεία και μαρτυρίες.
Με τη σημαντική συμβολή του ιδιωτικού ερευνητή Χάρη Βεραμόν, ο φάκελος της Τζιν Χάνλον ανασύρθηκε από το αρχείο για τέταρτη φορά. Τα ευρήματα της εκπομπής προκάλεσαν επανεξέταση της υπόθεσης από τις δικαστικές Αρχές.
Και τώρα, 16 χρόνια μετά, ο άνδρας που η εκπομπή είχε εντοπίσει από την αρχή, βρίσκεται πλέον κατηγορούμενος για ανθρωποκτονία από πρόθεση, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση.
«Μας ”έδειξε” η ίδια τον δολοφόνο της»
Δεκαέξι χρόνια μετά τον τραγικό θάνατο της Αγγλίδας στην Κρήτη, ο γιος της μιλά στο «Τούνελ» με βαθιά συγκίνηση για τη δικαίωση.
Μένει στην απόφαση των Αρχών να παραπέμψουν σε δίκη τον άνδρα με τον οποίο η μητέρα του είχε συνάψει μια σύντομη και ταραχώδη σχέση.
Για εκείνον και την οικογένειά του, η στιγμή αυτή ισοδυναμεί με μια πρώτη μεγάλη νίκη σε έναν μαραθώνιο αγώνα που ξεκίνησε τότε, το καλοκαίρι που η ζωή τους αναποδογύρισε για πάντα, με τη δολοφονία της μητέρας τους.
«Είμαστε απολύτως ενθουσιασμένοι. Δεκαέξι χρόνια παλεύουμε για τη δικαιοσύνη της μητέρας μας. Περάσαμε αμέτρητες δυσκολίες, αβεβαιότητα, πίκρα. Όταν η εισαγγελέας πρότεινε τον Ιούλιο να μη γίνει δίκη, είχαμε νιώσει το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια μας. Όμως μετά από οκτώ εβδομάδες αναμονής, ακούσαμε το νέο που περιμέναμε τόσα χρόνια: ότι αυτός ο άνθρωπος θα λογοδοτήσει επιτέλους στο δικαστήριο για το έγκλημα του», ανέφερε.
Γνωρίζει ότι η «μάχη» δεν έχει τελειώσει: «Δεν έχουμε κερδίσει ακόμη τον πόλεμο, αλλά αυτή είναι μια τεράστια πρώτη νίκη».
«Ελπίζω ότι στο δικαστήριο η στάση του θα αλλάξει»
Ο ίδιος δεν παραλείπει να αναφερθεί στην ακούραστη δουλειά του ιδιωτικού τους ερευνητή Χάρη Βεραμόν και του δικηγόρου τους Απόστολου Ξυριτάκη, που στάθηκαν στο πλευρό της οικογένειας όλα αυτά τα χρόνια.
«Χωρίς τον Χάρη και τον Απόστολο δεν θα είχαμε φτάσει ποτέ εδώ», σημειώνει.
Για τον κατηγορούμενο, που εξακολουθεί να αρνείται τα πάντα, είναι κατηγορηματικός.
«Ελπίζω ότι στο δικαστήριο η στάση του θα αλλάξει. Έχει δώσει τόσες διαφορετικές εκδοχές… Υπάρχει κίνητρο, υπάρχουν αποδείξεις που δείχνουν τι συνέβη. Θέλω να “λυγίσει”. Να μας πει τι έγινε εκείνο το βράδυ και γιατί. Κουβαλάμε αυτό το βάρος 16 χρόνια. Φαντάζομαι πως κι εκείνος ζει με το δικό του σκοτεινό μυστικό», λέει χαρακτηριστικά.
Δεν κρύβει και την πικρία του για τη στάση που -όπως περιγράφει– συνάντησαν από συγκεκριμένα πρόσωπα των Αρχών στα πρώτα κρίσιμα στάδια της έρευνας.
«Οι αποδείξεις υπήρχαν από την πρώτη στιγμή. Αν υπήρχε ο σεβασμός που άξιζε η μητέρα μας, θα βρισκόμασταν εδώ δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα», τόνισε.
«Έγινε εμμονικός, ένας πραγματικός ”στόκερ”»
Για τη σχέση της μητέρας του με τον κατηγορούμενο, εξηγεί ότι η οικογένεια δεν γνώριζε τίποτα. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε μέσα από το ημερολόγιό της.
«Μια σύντομη γνωριμία που εκείνη έληξε γρήγορα. Δεν της φερόταν καλά. Μετά, άρχισε να εμφανίζεται απρόσκλητος, να ζητά χρήματα, να την παρακολουθεί. Έγινε εμμονικός, ένας πραγματικός ”στόκερ”. Οι λέξεις της στο ημερολόγιο είναι αυτές που μας οδήγησαν στον δολοφόνο», σημειώνει.
Η ανάγνωση του ημερολογίου της υπήρξε βασανιστική.
«Αισθανόμασταν ότι παραβιάζουμε τον πιο προσωπικό της χώρο. Αλλά ήταν η ίδια που μας έδειξε τον δρόμο. Κανείς δεν μπορεί να αλλάξει τις δικές της λέξεις», συνέχισε.
Με τρυφερότητα μιλά και για τους λόγους που εκείνη διάλεξε την Κρήτη ως τόπο ζωής.
«Την ερωτεύτηκε από την πρώτη στιγμή. Τους ανθρώπους, τον ήλιο, το καλοκαίρι, τη γλώσσα, το φαγητό. Είχε λίγα, αλλά ήταν ευτυχισμένη. Είχε φτιάξει μια ζωή που αγαπούσε», συμπλήρωσε.
«Αν μπορούσα να της μιλήσω θα της έλεγα: “Μην πας έξω εκείνο το βράδυ…” Μας λείπει απίστευτα. Έχασε τόσα από τη ζωή μας», αναφέρει ο γιος της Τζιν Χάνλον.
Η υπόσχεση όμως μένει ακέραιη: «Πάντα θα παλεύω για σένα, μαμά. Δεν τα παράτησα ποτέ. Όσες φορές κι αν μου είπαν να αποχωρήσω, ότι δεν θα μάθω ποτέ τι έγινε… Εγώ θα παλέψω μέχρι το τέλος. Δεν θα σταματήσουμε ποτέ».






















