ΑΓΡΟΤΙΚΑ

Kρήτη: «Πληγωμένοι» οι αγρότες από την πανδημία – «Χρειάζονται άμεσα πολιτικές»

Οικονομικά λαβωμένος και αβοήθητος είναι ο αγροτικός κόσμος, καθώς οι κοινωνικές συνέπειες (μείωση εισοδημάτων) διαμόρφωσαν συνθήκες μη αγοράς αγροτικών προϊόντων από τις επιχειρήσεις εστίασης και επισιτισμούς. Ωστόσο, με βάση τις δηλώσεις των παραγωγικών εταίρων, ο Έλληνας πολίτης φαίνεται πως δεν προτιμάει τη βρώση αγροτικών προϊόντων, πράγμα που έχει βάλει σε προβληματισμό τους αγρότες και τους παραγωγικούς φορείς.

Απέναντι σε αυτήν την πρωτοφανή κατάσταση, οι παραγωγικοί φορείς επιζητούν άμεσες ενέργειες και πολιτικές πρωτοβουλίες. Όπως αναφέρουν, είναι αναγκαίο όσο ποτέ άλλοτε να υπάρξει ένας συνολικός στρατηγικός σχεδιασμός που θα έχει τρεις κατευθύνσεις στη μετά COVID-19 εποχή: πρώτον, μια αυτόνομη αγροτική πολιτική που λειτουργεί σε συνεργασία με τους ευρωπαϊκούς κανόνες, δεύτερον διαρθρωτικές αλλαγές που θα στοχεύουν στη βελτίωση των αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων και, τρίτον, το πάντρεμα πρωτογενούς και τριτογενούς τομέα παραγωγής.

Αρχικά, ο Πρίαμος Ιερωνυμάκης, πρόεδρος της Οργάνωσης Αμπελουργών-Ελαιοκαλλιεργητών Κρήτης, αναφέρθηκε στην ανάγκη άμεσων παρεμβάσεων που θα σημάνουν την απαρχή ραγδαίων αλλαγών στον πρωτογενή τομέα παραγωγής. Η έκδοση πράσινης κάρτας σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι άμεση προτεραιότητα, καθώς μόνο έτσι ο παραγωγός θα μπορεί σ’ έναν προκαθορισμένο από τον ίδιο χρονικό διάστημα να αγοράζει τις πρώτες ύλες για το χωράφι του.

«Αυτή τη στιγμή, στην παραγωγική διαδικασία είναι πολλά. Πρέπει να υπάρξει ένας συνολικός στρατηγικός σχεδιασμός για την αναγέννηση του πρωτογενούς τομέα παραγωγής. Δεν πρέπει να μένουμε σιωπηλοί, ούτε είναι καιρός για καθυστερήσεις. Πρέπει να καλυφθούν οι καλλιεργητικές δαπάνες οι οποίες δεν υπάρχουν. Έχει καθυστερήσει η έκδοση της πράσινης κάρτας. Εάν δεν υπάρχει η πράσινη κάρτα, δεν μπορείς να καλλιεργήσεις. Πολύ απλά, δεν μπορείς να πάρεις λιπάσματα. Φέτος, η έκδοση της πράσινης κάρτας θα καθυστερήσει αρκετά, πράγμα που υποδεικνύει τη γενικότερα απάθεια στον πρωτογενή τομέα. Οι ενέργειες πρέπει να είναι άμεσες. Πρέπει οι καλλιεργητές να ξεκινήσουν την καλλιέργεια ελαιοδέντρων. Από την πράσινη κάρτα, κάποιοι παραγωγοί έχουν λάβει τα χρήματα. Η επιδότηση που μπορεί να πάρει ο παραγωγός είναι από την πράσινη κάρτα. Η πράσινη κάρτα είναι ο κινητήριος μοχλός για να μπορεί να πάρει λιπάσματα. Οι πολιτικές είναι ίδιες. Πάρα πολλοί πολιτικοί αγνοούν πως η πράσινη κάρτα είναι αναγκαία για την καλλιέργεια της ελιάς. Υπάρχουν εξαιρέσεις. Δεν μπορούν να κατανοήσουν πως είναι αναγκαίο να γίνει άμεσα ράντισμα της ελιάς. Γιατί εάν η ελιά δε ραντιστεί, θα εμφανιστούν ιοί και δάκοι. Οι περισσότεροι που εμπλέκονται σε καίριες θέσεις για τον πρωτογενή τομέα παραγωγής δεν έχουν αντίληψη των πραγμάτων».

Τι χρειάζεται;

Ο κ. Ιερωνυμάκης ανέφερε, μεταξύ άλλων, τις πρωτοβουλίες που πρέπει να γίνουν ώστε να αναπτυχθεί ο πρωτογενής τομέας παραγωγής και να έρθει στη θέση που του αρμόζει στην ελληνική κοινωνία. Η έννοια της αυτονομίας, όπως την πρόβαλε ο κ. Ιερωνυμάκης, απαιτεί μια ξέχωρη δυναμική προοδευτική αγροτική πολιτική που θα στοχεύει στην παραγωγή υπεραξίας.

«Χρειάζεται άμεση πολιτική παρέμβαση. Θα πρέπει να διαμορφωθεί ένας γόνιμος διάλογος είτε μεταξύ πολιτικών στελεχών είτε παραγωγικών φορέων για την επάρκεια των τροφίμων. Χρειάζεται η αγροτική πολιτική της χώρας μας να αυτονομηθεί. Να γίνει ανεξάρτητη και ξεχωριστή πέραν της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Να είμαστε αυτόνομοι, αυτάρκεις και αυτοδύναμοι. Τα τελευταία 20 χρόνια, ο αγρότης είναι μόνος. Αυτό πρέπει να αρθεί. Στον αγροτικό χώρο πρέπει να καλλιεργήσεις, να δημιουργήσεις δαπάνες και δεν ξέρεις εάν παράξεις. Ο αγρότης έχει να αντιμετωπίσει τα καιρικά φαινόμενα και ιώσεις. Δε θα σου δώσει πάντα ο ΕΛΓΑ αποζημιώσεις και τα όποια κέρδη είναι αβέβαια. Εάν επενδύσουμε και στηρίξουμε τη γεωργία, θα έχει όφελος η εθνική οικονομία και ο παραγωγός. Ταυτόχρονα, θα περιοριστεί η ανεργία. Δημιουργώντας θέσεις και δίνοντας χρήματα στον πρωτογενή τομέα για την παραγωγή προϊόντων, διαμορφώνουμε συνθήκες ικανές ώστε να παραχθεί υπεραξία (χιλιάδες θέσεις και κέρδη) στην ελληνική κοινωνία και οικονομία. Με αυτόν τον τρόπο θα αντιμετωπιστούν καίρια ζητήματα βιωσιμότητας. Τα χρήματα, όπως πρέπει να δοθούν, θα δοθούν σε ανταποδοτικά έργα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ιερωνυμάκης.

Ο αγροτοσυνδικαλιστής Στάθης Φραγκιαδάκης, από την πλευρά του, μίλησε για την άσχημη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο αγροτικός κόσμος στη μετα-COVID εποχή. Όπως ανέφερε, ο αγροτικός κόσμος σήκωσε ένα δυσβάσταχτο βάρος.

«Ο αγροτικός κόσμος δε σταμάτησε την περίοδο της υγειονομικής κρίσης να ασχολείται με τις εργασίες του. Γιατί το κεφάλαιό μας είναι φυτικό και όχι βιομηχανικό. Δε σηκώνει αναστολές. Εμείς, την περίοδο της πανδημίας, βρεθήκαμε αβοήθητοι. Με ελάχιστα χρήματα από τον Δεκέμβριο και έπειτα. Εμείς έπρεπε να σηκώσουμε το κτηνοτροφικό και το γεωργικό κεφάλαιο για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε την περίοδο της μετα-COVID εποχής», ανέφερε ο Στάθης Φραγκιαδάκης.

Δυσπραγία

Στην ίδια γραμμή κινήθηκε ο πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Τυμπακίου κ. Μανόλης Ορφανουδάκης, ο οποίος μιλώντας στη “Ν.Κ.” αναφέρθηκε εκτενώς στην οικονομική δυσπραγία που επικρατεί στον αγροτικό κόσμο.

«Ο αγροτικός κόσμος είναι οικονομικά λαβωμένος. Τα προβλήματα στον αγροτικό κόσμο είναι πολλά και διάχυτα, και μερικά από αυτά είναι οικονομικής φύσεως. Πολλοί αγρότες δε γνωρίζουν πώς θα αντιμετωπίσουν την επόμενη μέρα. Η επόμενη μέρα είναι ασταθής. Δεν ξέρουμε το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσει η πανδημία. Όσο περισσότερο χρονικό διάστημα κρατήσει η πανδημία, τόσο πιο έντονες και εμφανείς θα είναι οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας. Υπάρχουν μεγάλες διακυμάνσεις στα προϊόντα, που είναι μη φυσιολογικές για την εποχή που διανύουμε. Αυτή τη στιγμή, μέσα στην “καρδιά” του χειμώνα, με την παραγωγή να είναι αρκετά μειωμένη, βλέπουμε πως οι τιμές είναι συμπιεσμένες προς τα κάτω. Αυτό οφείλεται σίγουρα στον COVID. Έχουμε προβλήματα στις λαϊκές αγορές. Η τροφοδοσία στις λαϊκές αγορές είναι μειωμένη και πολλοί άνθρωποι δεν έχουν πλέον την ικανότητα να ανταποκριθούν στις σημερινές συνθήκες. Αυτό οδηγεί τις τιμές προς τα κάτω. Ο κόσμος της αγροτιάς είναι λαβωμένος», ανέφερε ο κ. Ορφανουδάκης.

Μεταξύ άλλων, ο αγροτοσυνδικαλιστής κ. Στάθης Φραγκιαδάκης σημείωσε: «Για την περίοδο της μετα-COVID εποχής είμαστε προβληματισμένοι. Το δίλημμα είναι απλό: Η εθνική οικονομία διολισθαίνει. Το βλέπουμε. Το ακούμε. Το αισθανόμαστε. Το κατανοούμε. Το διαβάζουμε. Το ερώτημα είναι: Εμείς οι αγρότες θα είμαστε κι εμείς στο κάρο της διολίσθησης ή θα υπάρξουν τέτοιες αλλαγές που θα επιφέρουν όντως την αναγέννηση του αγροτικού και κτηνοτροφικού κεφαλαίου; Θέλουμε να πιστεύουμε πως ο σχεδιασμός της ανάπτυξης, με τον συνδυασμό της αναθεώρησης ΚΑΠ που θα ισχύσει από το 2022, θα ξεκινήσει μια νέα αρχή. Πιστεύουμε πως θα είναι λιγότερα τα κεφάλαια της αναθεώρησης και όχι στοχευμένα. Δεν περιμένουμε τίποτε το ιδιαίτερο από την αναθεώρηση της ΚΑΠ. Αναμένουμε από την κυβέρνηση, που σχεδιάζει την εθνική οικονομία, πως θα συμπληρώσει την αγροτική οικονομία με χρηματοδοτική στήριξη. Αυτό προσδοκούμε. Πετάχτηκαν προϊόντα που δεν έγιναν εξαγωγή λόγω υγειονομικής κρίσης. Στο λάδι δεν υπήρξαν εξαγωγές με σκοπό ο παραγωγός να βγάλει κέρδος. Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε πως πρέπει να υπάρξουν διαρθρωτικές αλλαγές με σκοπό να επιβιώσουμε».

Ο κ. Φραγκιαδάκης, αφουγκραζόμενος τα αιτήματα του αγροτικού κόσμου, έστειλε το δικό του μήνυμα προς την Πολιτεία:

«Εμείς υποστηρίζουμε πως ο αγρότης πρέπει να υποστηριχτεί τεχνοκρατικά και οικονομικά. Πρέπει να έχουμε συνεργασίες τόσο σε οικονομοτεχνικό όσο και σε γεωπονικό επίπεδο. Πρέπει να προωθηθούν προϊόντα που έχουν μέλλον και που η αγορά τα ζητάει. Για παράδειγμα, η προώθηση του ελαιολάδου πρέπει να στηριχθεί ποιοτικότερα. Να υπάρξει μια πιο ποιοτική κατεύθυνση στην ελιά. Να ρίξουμε το κοστολόγιο. Εάν μας δώσει το κράτος στήριξη, μπορούμε να βγάλουμε ποιοτικότερο και σαφώς πιο βελτιωμένο λάδι. Το λάδι θα έχει χαμηλότερο κόστος. Θα μπορούσαμε να εκβιομηχανίσουμε ακόμη και το μάζεμα. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και στην κτηνοτροφία. Το κρέας και το γάλα μπορούν να υποστηριχθούν σε οικονομοτεχνικό και τεχνοκρατικό επίπεδο, με σκοπό να γίνουν πιο ποιοτικά. Σε αυτό το πλαίσιο των κατευθύνσεων θα μπορούμε να στηριχθούμε στα πόδια μας».

Μεταξύ άλλων, ο κ. Φραγκιαδάκης επισήμανε την ανάγκη να υπάρξει ένας στενότερος κύκλος συνεργασίας επισιτισμού και κτηνοτροφίας. Όπως ανέφερε, «θα πρέπει να δοθούν κατευθυντήριες γραμμές από την Πολιτεία προς τον επισιτισμό να υπάρξει κατανάλωση ποιοτικού κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων από τους επισκέπτες-τουρίστες. Εκεί έχουμε ανάγκη τη στήριξη της Πολιτείας. Με αυτόν τον τρόπο θα κάνουμε κι εμείς ένα άλμα. Τα οφέλη θα είναι πολλαπλά».

«Να στηριχθεί ο καλλιεργητής»

Έκκληση και στην Πολιτεία απηύθυνε και ο Μανόλης Ορφανουδάκης, ο οποίος έκανε σαφές πως ο κλάδος των αγροτών είναι ο πιο αδικημένος σε σχέση με άλλους παραγωγικούς κλάδους.

«Αυτή τη στιγμή, θεωρούμε πως ο κλάδος των αγροτών είναι ο πιο αδικημένος σε σχέση με άλλος παραγωγικούς κλάδους. Οι αγρότες μένουν στο χωράφι τους για να παράξουν. Δεν έχουμε ελλείψεις στην αγορά. Το υψηλότερο ποσό που πήραμε ήταν 540 ευρώ ανά στρέμμα καλλιέργειας, το οποίο πήραμε μία φορά. Άλλοι παραγωγικοί κλάδοι παίρνουν τα 540 ευρώ μηνιαίως. Αυτά τα 540 ευρώ δεν τα πήραν όλοι οι αγρότες. Ήταν μια σωστή πρωτοβουλία. Απλά, έπρεπε να είχε διάρκεια. Να είχαμε και άλλες χρηματοδοτικές ενισχύσεις. Εμείς ζητούμε από την Πολιτεία να στηρίξει τον καλλιεργητή, καθώς βρίσκεται έρμαιο της υγειονομικής κρίσης».

Δεν καταναλώνουν αγροτικά προϊόντα

Τη μη κατανάλωση των αγροτικών προϊόντων από τα ελληνικά νοικοκυριά τονίζει σε δηλώσεις του ο αντιπρόεδρος της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Ηρακλείου Μύρων Χιλετζάκης. Ο κ. Χιλετζάκης κάνει σαφές πως είναι πρωτοφανές το γεγονός πως, παρότι η εστίαση είναι κλειστή εδώ και ένα σχεδόν χρόνο με τα εισοδήματα να έχουν συρρικνωθεί, εντούτοις ο μέσος Έλληνας πολίτης προτιμάει το έτοιμο φαγητό. Απέναντι σε αυτή τη διαμορφωθείσα κατάσταση, η Πολιτεία αλλά και οι παραγωγικοί φορείς πρέπει να επιμείνουν στην προώθηση της διατροφικής αξίας που προσδίδει η κρητική και η μεσογειακή διατροφή.

«Ο αγροτικός κόσμος, μέσα από την περίοδο της πανδημίας, είδε τα πράγματα από διαφορετική γωνία. Εμείς οι παραγωγοί, είτε είμαστε κατά κύριο επάγγελμα αγρότες είτε ετεροεπαγγελματίες, σκεφτήκαμε κάποια πράγματα και τα θέσαμε σε νέα βάση. Το ερώτημα είναι ένα και ενιαίο: Η χώρα μας απορροφάει αγροτικά προϊόντα; Εξαιτίας της πανδημίας, η εστίαση είχε κλείσει οριστικά και κάποια προϊόντα απορροφούνταν, ενώ κάποια άλλα δεν απορροφούνταν. Τελικά, η Νεοελληνίδα μαγειρεύει ελληνικά αγροτικά προϊόντα; Αυτά είναι τα ερωτήματα που απασχολούν τον Έλληνα αγρότη. Αυτές τις συζητήσεις κάνει με άλλους συναδέλφους του. Διανύουμε την περίοδο της υγειονομικής κρίσης. Οι γυναίκες κάθονται στο σπίτι και μαγειρεύουν. Το ερώτημα είναι: Μαγειρεύουν ελληνικά αγροτικά προϊόντα ή παραγγέλνουν έτοιμο φαγητό; Όπως αποδεικνύεται, η Ελληνίδα “δε στήνει τσικάλι”. Είτε λέγεται λάδι είτε κρασί είτε αγροτικά προϊόντα που υπάρχουν στο σούπερ-μάρκετ, δεν έχουν μεγάλη κατανάλωση λόγω COVID», αναφέρει ο κ. Χιλετζάκης, ενώ συνεχίζει: «Εύλογα προκύπτει ένας κριτικός αναστοχασμός. Τελικά, μετά από ένα γεγονός τρανταχτό, όπως η πανδημία, έχουμε τη διατροφική παιδεία να προωθήσουμε και να υποστηρίξουμε την κρητική και μεσογειακή κουζίνα και να την περάσουμε στα παιδιά μας; Δυστυχώς, δεν την έχουμε. Δε μαγειρεύουμε πλέον. Δεν παράγουμε αγροτικά προϊόντα. Η ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης πρέπει να δει πολύ σοβαρά το ζήτημα διατροφή και τη διασύνδεσή του με τον πρωτογενή ή τον τριτογενή τομέα. Όταν εμείς από το σπίτι μας δε μαγειρεύουμε κρητικά αγροτικά προϊόντα, τότε το κράτος πρέπει να ανασκουμπωθεί. Όλοι φέρουμε τεράστια ευθύνη. Δε μεταβιβάζουμε τη σωστή διατροφική παιδεία στα παιδιά μας. Τόσο καιρό κλεισμένη η εστίαση και δεν υπάρχει αύξηση στις ντομάτες ή στις σταφίδες, τότε είναι ένα στοιχείο που πρέπει να μας προβληματίζει».

“Κοιμώμενος γίγαντας” ο πρωτογενής τομέας

Ανατρέχοντας στα ιστορικά εγχειρίδια, θα διαπιστώσουμε πως η ελληνική οικονομία στα πρώτα 100 χρόνια ζωής ήταν κατά βάση αγροτική. Όλοι ήταν σχεδόν αγρότες. Επομένως, η αγροτική οικονομία έπαιζε ένα κεφαλαιώδη ρόλο στην εθνική οικονομία. Ήταν η βαριά βιομηχανία του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού αιώνα για να αξιοποιηθεί ο χαρακτηρισμός της βαριάς βιομηχανίας που χρησιμοποιείται σήμερα στον τουρισμό. Το ερώτημα είναι σαφές: Για να αναρριχηθεί ξανά στην κορυφή της εθνικής μας οικονομίας ο πρωτογενής τομέας, τι πρέπει να γίνει;

Απέναντι σε αυτό το πρόβλημα, ο κ. Χιλετζάκης απαντάει: «Ο πρωτογενής τομέας είναι ένας “κοιμώμενος γίγαντας” στην Ελλάδα. Στην Κρήτη καλλιεργούνται μπανάνα στην Άρβη και κάστανα στον ν. Χανιών. Χρειάζονται άμεσες πολιτικές ενέργειες ώστε να ξεκινήσει ο “κοιμώμενος γίγαντας”. Έχουμε εξαιρετική τεχνογνωσία. Έχουμε εξαιρετικά εδάφη. Πρέπει να ασχοληθούμε με τη γη. Είναι όμως επιτακτικό αίτημα να υπάρξει ένας συνολικός στρατηγικός σχεδιασμός για να πάμε παρακάτω. Πρέπει να παντρέψουμε τη σημερινή βαριά βιομηχανία, που ακούει, όπως αναφέρατε στο ερώτημά σας, στη λέξη τουρισμός, με τον πρωτογενή τομέα παραγωγής. Το πάντρεμα πρωτογενούς και τριτογενούς τομέα παραγωγής είναι αναγκαίο. Στην Κρήτη, η ναυαρχίδα του πρωτογενούς είναι το ελαιόλαδο. Παράγονται ετησίως 70.000-100.000 τόνοι σε περίοδο βεντέμας. Την Κρήτη ταυτόχρονα την επισκέπτονται ετησίως 7-8 εκατ. Εάν ο τουρίστας φάει 100 γρ. ελαιόλαδο, δε φτάνει ολόκληρη η παραγωγή ελαιολάδου της Κρήτης. Η Κρήτη πρέπει να εκμεταλλευτεί τους πελάτες της. Θα πρέπει τα ξενοδοχεία να διαφημίζουν την κρητική κουζίνα και όχι την ιταλική, τη ρωσική ή γενικότερα την ξένη κουζίνα, να παίζουν τόσο πρωταγωνιστικό ρόλο. Τα αγροτικά προϊόντα πρέπει να συνδυαστούν με τον τουρισμό και με αυτόν τον τρόπο θα επωφεληθούμε διατροφολογικά και οικονομικά».

ΠΗΓΗ: neakriti.gr




ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ