ΑΡΘΡΑ - ΑΠΟΨΕΙΣ Δήμος Κισάμου ΠΑΙΔΕΙΑ - ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Στα 100χρονα του 1ου Γυμνασίου Κισάμου – Tα δικά μας τρία!

Έτος 1978… η μεταπολίτευση μετράει ήδη τέσσερα χρόνια διαδρομής και η δημοκρατία έχει εγκατασταθεί για τα καλά στην Ελλάδα. Τη χρονιά εκείνη εγκαταλείπεται η καθαρεύουσα, το εξατάξιο Γυμνάσιο καταργείται και τη θέση του παίρνει το τριτάξιο Γυμνάσιο και τριτάξιο Γενικό Λύκειο ή Τεχνικό Επαγγελματικό Λύκειο.  Μέσα σε αυτή τη σημαντική αλλαγή της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, βρέθηκα για πρώτη φορά στα θρανία του Γυμνασίου Κισάμου. Αυτό που αξίζει να αναφέρω όμως, είναι ότι εγώ και οι συμμαθητές μου βρεθήκαμε στο μεταίχμιο όλων των αλλαγών. Ήμασταν οι τελευταίοι που δώσαμε εισαγωγικές εξετάσεις για να μπούμε από το… Δημοτικό στο Γυμνάσιο. Και μη πιστέψει κανείς ότι οι εξετάσεις αυτές ήταν τυπικές. Κάθε άλλο, καθώς πολλοί δεν κατάφεραν να τις περάσουν με επιτυχία. Επίσης, ήμασταν οι τελευταίοι που δίναμε πλήρεις εξετάσεις δύο φορές τον χρόνο (Φεβρουάριο και Ιούνιο) στις τρεις τάξεις του Γυμνασίου και οι τελευταίοι που δώσαμε εισαγωγικές εξετάσεις για να βρεθούμε από το Γυμνάσιο στο Λύκειο.

Οι αλλαγές

Το σημερινό μου κείμενο είναι αφιερωμένο στα 100χρονα του 1ου Γυμνασίου Κισάμου, αλλά έχει και διττή σημασία καθώς θα προσπαθήσω να συγκρίνω δύο εποχές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αυτή που έζησα εγώ κι αυτή που ζουν σήμερα οι μαθητές και οι μαθήτριες των Λυκείων.

Αξίζει νομίζω, να αναφέρω κάποιες σημαντικές αλλαγές που σημειώθηκαν στην εκπαίδευση.

Η νέα εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976-1977 επαναπροσδιόριζε σκοπούς, μεθόδους και τη γενικότερη φιλοσοφία της Πολιτείας μπροστά σε ένα νέο ξεκίνημα, όχι μόνο για την εκπαίδευση αλλά και ολόκληρη τη χώρα. Από τα νομοθετήματα που ψηφίστηκαν διαπιστώνεται μεγάλη σύγκλιση με εκείνη την προσπάθεια σε βασικούς πυλώνες της μεταρρύθμισης, όπως η δομή του συστήματος (πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση), η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η τεχνική – επαγγελματική εκπαίδευση, η καθιέρωση της δημόσιας και δωρεάν παιδείας, η καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας κ.ά. Η καθιέρωση εξετάσεων από το Γυμνάσιο προς το Λύκειο (ΠΔ. 503/77) με ταυτόχρονη αναβάθμιση της τεχνολογικής-επαγελματικής εκπαίδευσης είχε ως αντικειμενικό στόχο να συμβάλει στην «αποσυμφόρηση» του Λυκείου και κατ’ επέκταση στη μείωση των εισακτέων στην τριτοβάθμια.

Επίσης, το 1980 καθιερώνεται η πενθήμερη εκπαίδευση και οι πανελλήνιες εξετάσεις στη Β’ και Γ’ Λυκείου. Το 1982 εγκαταλείπεται το πολυτονικό και καταργείται η σχολική ενδυμασία. Το 1983 εισάγεται το σύστημα των Δεσμών που ίσχυε μέχρι το 1999.

Οι εντός και οι εκτός

Συνεχίζοντας να (υπεν)θυμίσω ότι τη σχολική περίοδο που βρέθηκα από το Δημοτικό στο Γυμνάσιο λειτουργούσε μόνο το 1ο Γυμνάσιο Κισάμου, καθώς το 2ο ιδρύθηκε το 1985.

Στο Γυμνάσιο Κισάμου το 1978 οι μαθητές από τα χωριά της Επαρχίας Κισάμου (και όχι μόνο) ήταν περισσότεροι από τους μαθητές που προέρχονταν από το Καστέλλι. Παιδιά που είτε πηγαινοέρχονταν κάθε μέρα με το λεωφορείο από και προς το χωριό τους, είτε διέμεναν σε σπίτια στο Καστέλλι αλλά και στα οικοτροφεία της Μητροπόλεως (κυρίως).

Το κτίριο του Γυμνασίου ασφυκτιούσε και «επιστρατεύτηκαν» χώροι δίπλα σε αυτό για να καλύψουν τις ανάγκες του σχολείου. Οι χώροι αυτοί βρίσκονταν στα βορειοανατολικά και συνολικά ονομάστηκαν ως «παράρτημα». Εκεί στεγάζονταν 4-5 τάξεις.

Συμπάθειες και μη

Η πρώτη μου τάξη ήταν στη βορειοδυτική αίθουσα, η δεύτερη ακριβώς δίπλα και η τρίτη στη βορειοδυτική γωνία, δίπλα από τα γραφεία του γυμνασιάρχη και των καθηγητών, κάτι που έκανε ιδιαίτερα δύσκολο το «έργο» όσων είχαμε μια ροπή στη… φασαρία.

Οι αγαπημένοι μου καθηγητές ήταν κυρίως οι φιλόλογοι, αφού αντιμετώπιζα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα μαθήματα τους και στον αντίποδα η παρουσία μαθηματικών, φυσικών κ.α. στην τάξη μού ήταν από αδιάφορη μέχρι βαρετή.

Ιδιαίτερη συμπάθεια είχα βέβαια και στους γυμναστές, που γινόταν ακόμη μεγαλύτερη όταν, αντί για ασκήσεις, μας έδιναν μια μπάλα για να μας ξεφορτωθούν. Προσωπικά δεν είχα ιδιαίτερη προτίμηση στο σχήμα της μπάλας, αφού η αδυναμία μου μεταξύ ποδοσφαίρου, μπάσκετ και βόλεϊ δεν είχε ξεκαθαρίσει ακόμη.

Θύμησες

Έχω πολλά να θυμηθώ από εκείνα τα τρία χρόνια μου στο Γυμνάσιο Κισάμου και φυσικά δεν μπορώ να τα συμπτύξω σε ένα άρθρο. Ήταν οι σκανδαλιές που σκαρφιζόμαστε καθημερινά για να αμβλύνουμε την ρουτίνα μας. Τα σκασιαρχεία με την παραμικρή αφορμή. Εγώ πάντως, όντας πρόεδρος της τάξης τα δύο από τα τρία χρόνια μου στο Γυμνάσιο, κατάφερνα και… νομιμοποιούσα τις κοπάνες μου με πρόφαση π.χ. να αλλάξω ένα τζάμι που έσπασε! Ήταν οι προεφηβικοί μας -τάχα μου- έρωτες. Θυμάμαι το δικό μας… messenger της εποχής που είχε πολλή φαντασία αλλά και γέλιο όταν το φέρνω στο μυαλό μου: Μπαίναμε το βράδυ στην τάξη του κοριτσιού που μας ενδιέφερε και γράφαμε στο θρανίο της τα μηνύματα μας. Και το επόμενο βράδυ επανερχόμασταν για να διαβάσουμε την απάντηση και να ανταπαντήσουμε. Πλάκα δεν είχε;

Θυμάμαι ακόμη τους καυγάδες με τους συμμαθητές μας, κυρίως λόγω ποδοσφαιρικών προτιμήσεων, αλλά και πολλά περιστατικά που σήμερα θα θεωρούνταν σχολικός εκφοβισμός. Θυμάμαι βέβαια και κάποιες… σφαλιάρες που τρώγαμε από κάποιους καθηγητές είτε γιατί δεν διαβάσαμε είτε γιατί δεν ήμασταν και τα καλύτερα παιδιά. Εδώ να αναφέρω ότι η άσκηση σωματικής βίας απαγορεύτηκε διά Νόμου πολύ αργότερα (το 1998), όπερ σημαίνει πως μέχρι τότε επιτρέπονταν και με τον Νόμο!

Το σήμερα

Εκείνη την εποχή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση εισέρχονταν μόνο οι πολύ καλοί μαθητές. Και μάλιστα, μετά τις σπουδές τους, έρχονταν αμέσως και η επαγγελματική τους αποκατάσταση στο αντικείμενο που σπούδασαν. Αυτό δεν γίνεται τώρα και είναι κάτι που θα πρέπει (επιτέλους!) να δουν σοβαρά εκεί στο Υπουργείο Παιδείας. Τα χρόνια που ακολούθησαν της δικής μου γενιάς, όλες οι κυβερνήσεις προσπάθησαν να ικανοποιήσουν τους πάντες, αδιαφορώντας για την χαμηλή ποιότητα εκπαίδευσης αλλά και την ανασφάλεια που πρόσφεραν σε γονείς και φοιτητές μετά τις σπουδές. Ο στόχος ήταν να μπαίνουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση όσο γίνεται περισσότεροι μαθητές, ενώ παράλληλα με τη λογική του «κάθε πόλη και ΑΕΙ, κάθε κωμόπολη και ΤΕΙ», δημιούργησαν σχολές χωρίς καμιά μετέπειτα προοπτική, αχρείαστα έξοδα στους γονείς, αλλά και 4-5 χαμένα χρόνια για τους φοιτητές. Και μάλιστα χρόνια παραγωγικά.

Καμιά δουλειά δεν ήταν ντροπή

Την εποχή τη δική μας δεν ήταν αυτονόητο ότι κάποιοι μαθητές θα τελείωναν το δημοτικό σε έξι χρόνια, όπως δεν ήταν αυτονόητο ότι θα έμπαιναν όλοι στο Γυμνάσιο (αρχικά) και στο Λύκειο (μετέπειτα). Τουναντίον, οι περισσότεροι δεν κατάφεραν να φτάσουν μέχρι το τέλος της διαδρομής, δηλαδή μέχρι την Γ’ Λυκείου. Και από αυτούς ένα μικρό ποσοστό πετύχαιναν την εισαγωγή τους στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Κι όμως κανένας από όσους δεν τα κατάφεραν δεν χάθηκε. Κάποιοι μάλιστα, στην πορεία της ζωής πέτυχαν πολλά περισσότερα. Απλά εκείνη την εποχή, το εκπαιδευτικό σύστημα βοηθούσε τους μαθητές να μετρήσουν τις πραγματικές τους δυνάμεις και ανάλογα να χάραζαν τον δρόμο που θα ακολουθούσαν. Κάποιοι μεταπήδησαν στις σχολές της Μητρόπολης, κάποιοι άλλοι ασχολήθηκαν με άλλα επαγγέλματα, σε μια εποχή που καμιά δουλειά δεν ήταν ντροπή. Κανείς δεν χάθηκε… Όλοι είχαν μια πυξίδα για τις δυνατότητες τους και τις μελλοντικές προοπτικές τους.

Ποια διαδικασία ωρίμανσης;

Μια και έφτασα ως εδώ, ας το συνεχίσω… Αυτό που βιώνουν οι σημερινοί μαθητές – υποψήφιοι φοιτητές είναι και σκληρό και άδικο. Οι πανελλήνιες εξετάσεις έχουν τσαλακώσει χιλιάδες εφηβικές ψυχές και, δυστυχώς, αυτός είναι ο σκοπός τους. Κάποιοι λένε ότι πρόκειται για διαδικασία ωρίμανσης. Ανοησίες! Διαδικασία ωρίμανσης είναι το πρώτο φιλί, η πρώτη «χυλόπιτα», η πρώτη επαφή με τον θάνατο δικού σου ανθρώπου, η πρώτη φορά που προδόθηκες από φίλο, η πρώτη φορά που θα πληρωθεί για μια δουλειά.

Οι Πανελλήνιες είναι πράξη συναισθηματικής βιαιότητας. Σε βάζουν στο τρυπάκι ότι αξιολογείσαι ως άνθρωπος και εγκρίνεσαι ή απορρίπτεσαι. Αυτούς που στήνουν αυτή την Ιερά Εξέταση για να πνίξουν στην αγωνία εφηβικά καλοκαίρια, θα ‘πρεπε κάποια μέρα να τους περάσουν από δίκη.

Και τα γράφω αυτά ενώ έχουν ολοκληρωθεί οι φετινές Πανελλήνιες, με την ελπίδα να βρεθεί κάποτε ένας Υπουργός για να επαναφέρει την Παιδεία στις εργοστασιακές της ρυθμίσεις. Που δεν θα τον ενδιαφέρει τι θα πει ο τάδε βουλευτής της Άνω Ραχούλας, διαμαρτυρόμενος για το κλείσιμο του ΤΕΙ του χωριού του που δεν προσφέρει τίποτα σε κανέναν.

Ένα μίξερ

Οι Πανελλήνιες είναι σήμερα ένα μίξερ στο οποίο βάζουν μέσα τους μαθητές και τις μαθήτριες και τους χτυπούν για να σκοτώσουν τη δημιουργική τους σκέψη τη στιγμή ακριβώς που αυτή στύλωνε τα πόδια της και αποκτούσε υπόσταση. Είναι ο πιο άτσαλος τρόπος για να σε πείσουν ότι υπάρχουν γενικοί και όχι ειδικοί κανόνες.

«Περνάς» και σου δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι έχεις μια ζωή μπροστά σου με όλα τα προβλήματα λυμένα.

«Δεν περνάς» και πρέπει να απολογείσαι γι αυτό επί χρόνια σαν να έχεις κάνει κάποιου τύπου έγκλημα.

Οι μεγάλοι (γονείς, βαθμολογητές, καθηγητές, προπαρασκευαστές κ.α.) ξέουν ότι το «περνάς» και το «δεν περνάς» είναι η αλήθεια του ίδιου ψέματος και ότι η ζωή είναι κάτι το εντελώς διαφορετικό. Ξέρουν επίσης και ότι η ευτυχία ελάχιστη σχέση έχει με τη διαδικασία πνευματικής αποχαύνωσης στην οποία καταδικάζουν για 2-3 χρόνια (;) τα παιδιά τους. Αν είχαμε κουράγιο θα παραδεχόμασταν ότι βάζουμε στα παιδιά μας ερωτήσεις αντί να τολμήσουμε να τα βοηθήσουμε να βρουν απαντήσεις και το κάνουμε μην τυχόν γίνουν σαν κι εμάς.

Θέλω να σας πω

Πάντα θαυμάζω όσους περνούν τη διαδικασία και πάντα συμπονώ αυτούς που δεν τα κατάφεραν. Ειδικά στους δεύτερους θα ήθελα να πω ότι ακόμα κι αν δεν κατορθώσουν να περάσουν σε κάποιο πανεπιστήμιο, υπάρχει μπροστά τους μια ολόκληρη ζωή που τους περιμένει και που θα πρέπει να τη ζήσουν όσο πιο συναρπαστικά μπορούν, γιατί είναι μία και μόνο. Θέλω να τους πω ότι η αποτυχία στις Πανελλήνιες δεν έχει να κάνει καθόλου με τις δικές τους δυνατότητες. Αυτές δεν μπορεί να τις αξιολογήσει κανένα σύστημα και δεν μπορεί να τις επιβραβεύσει κανένας εξεταστής. Θέλω να τους πω ότι δεν τελούν υπό κρίση, αλλά απλώς κλείνουν ένα κεφάλαιο στη ζωή τους και ότι πρέπει να έχουν σκοπό το επόμενο που είναι συναρπαστικότερο. Το ταλέντο τους, τη φρεσκάδα, τους, την όρεξη τους, την ίδια τη δύναμη τους, δεν την καθορίζουν οι Πανελλήνιες. Στη ζωή μας ο μόνος βαθμολογητής, στον οποίο δίνουμε εξετάσεις, είναι ο εαυτός μας. Όχι γιατί είμαστε εγωιστές, αλλά γιατί θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι, πιο ωραίοι, πιο δυνατοί.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΟΥΝΤΑΚΗΣ





ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ